Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μετάφραση κειμένου Λατινικής Θεματογραφίας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μετάφραση κειμένου Λατινικής Θεματογραφίας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 7 Νοεμβρίου 2016

Απομνημονεύματα περί του γαλατικού πολέμου - 3.11



Gaius Iulius Caesaris
De Bello Gallico  (3.11)


(Στο χωρίο αυτό περιγράφονται οι ενέργειες που έκανε ο Καίσαρας προκειμένου να εμποδίσει την ένωση των διάφορων Γαλατικών φύλων).


Itaque T. Labienum legatum in Treveros, qui proximi flumini Rheno sunt, cum equitatu mittit. Huic mandat, Remos reliquosque Belgas adeat atque in officio contineat Germanosque, qui auxilio a Gallis arcessiti dicebantur, si per vim navibus flumen transire conentur, prohibeat. P. Crassum cum cohortibus legionariis duodecim et magno numero equitatus in Aquitaniam proficisci iubet, ne ex his nationibus auxilia in Galliam mittantur ac tantae nationes coniungantur.


Στέλνει έτσι τον Τίτο Λαβιηνό, τον ύπαρχο, μαζί με το ιππικό του στους Τρεβήρους, οι οποίοι πολύ κοντά βρίσκονται στον ποταμό Ρήνο. Διατάζει αυτόν να πάει στους Ρήμους και στους υπόλοιπους Βέλγους και να τους κρατήσει στο καθήκον τους και να εμποδίσει τους Γερμανούς, που λεγόταν ότι κλήθηκαν για βοήθεια από τους Γαλάτες, αν προσπαθούσαν με τη βία να περάσουν τον ποταμό με πλοία. Διατάζει τον Πόπλιο Κράσσο να πάει στην Ακουιτανία με δώδεκα λεγεώνες κόρτεις και με μεγάλο αριθμό ιππικού, για να μην σταλθούν από τα έθνη αυτά ενισχύσεις στη Γαλατία και συνενωθούν τόσο μεγάλα έθνη.




Τίτος Λαβιήνος (100 π.Χ. - 45 π.Χ.): Ρωμαίος στρατιώτης, ένας εκ των υπαρχηγών του Ιούλιου Καίσαρα.


Πόπλιος Κράσσος (86 π.Χ. - 53 π.Χ.): Ήταν υπο την ηγεσία του Ιούλιου Καίσαρα από το 58 ως το 56 π.Χ, ο οποίος τον θεωρούσε εξαιρετικό χαρακτήρα. Μετά την στρατιωτική του πορεία στράφηκε στην πολιτική.



Facebook Page


Παρασκευή 22 Απριλίου 2016

Κορνήλιος Νέπως - Μιλτιάδης

Cornelius Nepos 
Miltiades
(1.1-1.6)
Miltiades, Cimonis filius, Atheniensis, cum et antiquitate generis et gloria maiorum et sua modestia unus omnium maxime floreret eaque esset aetate, ut non iam solum de eo bene sperare, sed etiam confidere cives possent sui talem eum futurum, qualem cognitum iudicarunt, accidit, ut Athenienses Chersonesum colonos vellent mittere. 2 Cuius generis cum magnus numerus esset et multi eius demigrationis peterent societatem, ex his delecti Delphos deliberatum missi sunt, [qui consulerent Apollinem,] quo potissimum duce uterentur. Namque tum Thraeces eas regiones tenebant, cum quibus armis erat dimicandum. 3 His consulentibus nominatim Pythia praecepit, ut Miltiadem imperatorem sibi sumerent: id si fecissent, incepta prospera futura. 4 Hoc oraculi responso Miltiades cum delecta manu classe Chersonesum profectus cum accessisset Lemnum et incolas eius insulae sub potestatem redigere vellet Atheniensium, 5 idque Lemnii sua sponte facerent, postulasset, illi irridentes responderunt tum id se facturos, cum ille domo navibus proficiscens vento aquilone venisset Lemnum. Hic enim ventus ab septentrionibus oriens adversum tenet Athenis proficiscentibus. 6 Miltiades morandi tempus non habens cursum direxit, e quo tendebat, pervenitque Chersonesum.

Ο Μιλτιάδης, ο γιος του Κίμωνα, ο Αθηναίος, όταν χάρη στην παλιά του γενιά και χάρη στη δόξα των προγόνων του και στη δική του σύνεση, πάνω από όλους είχε την καλύτερη φήμη και βρισκόταν σε αυτή την ηλικία, ώστε να τον εμπιστεύονται ότι θα γίνει τέτοιος που τον έκριναν αφού τον δοκίμασαν, συνέβη ώστε οι Αθηναίοι να θέλουν να στείλουν αποίκους προς τη Χερσόνησο. 2. Επειδή ήταν μεγάλος ο αριθμός τους και πολλοί ζητούσαν να συμμετάσχουν σε αυτή την αποικία, από αυτούς που ήταν επιλεγμένοι και στάλθηκαν για ερώτηση προς το Μαντείο των Δελφών [για να συμβουλευτούν τον Απόλλωνα], ποιον αρχηγό να έχουν. Γιατί οι Θράκες τότε κατείχαν αυτές τις περιοχές, εναντίον των οποίων έπρεπε να αγωνιστούν με όπλα. 3. Σε αυτούς που ζητούσαν χρησμό ονομαστικά η Πυθία χρησμοδότησε να εκλέξουν για αυτούς τον Μιλτιάδη ως στρατηγό: (έλεγε) ότι οι επιχειρήσεις επρόκειτο να είναι επιτυχείς, αν το έκαναν. 4. Αφού δόθηκε αυτός ο χρησμός από το Μαντείο, ο Μιλτιάδης με εκλεκτή ναυτική δύναμη αφού πορεύθηκε προς τη Χερσόνησο, όταν προσέγγισε τη Λήμνο και τους κατοίκους αυτού του νησιού κάτω από την εξουσία των Αθηναίων, 5. θέλησε να επαναφέρει και ζήτησε να το πραγματοποιήσουν με δική τους θέληση οι Λήμνιοι, εκείνοι κοροϊδεύοντας απάντησαν τότε, ότι αυτό πρόκειται να το κάνουν, όταν εκείνος από την πατρίδα, πορευόμενος με την συνοδεία πλοίων με βόρειο άνεμο θα έφθανε στη Λήμνο. Γιατί αυτός ο άνεμος, πνέοντας από το βορρά, (είναι) αντίθετος σε όσους πορεύονται από την Αθήνα. 6. Ο Μιλτιάδης χωρίς να έχει χρόνο για καθυστέρηση κατηύθυνε την πορεία (των πλοίων), όπου πορευόταν (στον προορισμό της), και έφθασε στη Χερσόνησο.


Το απόσπασμα εξιστορεί την εκστρατεία του Μιλτιάδη στη Χερσόνησο της Θράκης, η οποία συνέβη κατά την αρχή της οικοδόμησης της αθηναϊκής ηγεμονίας. Ο Μιλτιάδης συναντήθηκε και με τους Λημνίους, οι οποίοι τον αντιμετώπισαν ειρωνικά και για αυτό ο στρατηγός κατευθύνθηκε άμεσα στη Χερσόνησο, τον αντικειμενικό στόχο της εκστρατείας του.



Επιμέλεια/Μετάφραση κειμένου: Πανουτσακοπούλου Ειρήνη
Facebook Page




Δευτέρα 16 Νοεμβρίου 2015

Ο θάνατος του Αννίβα - Κορνήλιος Νέπως

Cornelius Nepos
                           
                                                           Hannibal, XII

Huc cum legati Romanorum venissent ac multitudine armatorum domum eius circumdedissent, puer ab ianua prospiciens Hannibali dixit plures praeter consuetudinem armatos apparere. Qui imperavit ei ut omnes fores aedificii circumiret ac propere sibi nuntiaret, num eodem modo undique obsideretur. Puer cum celeriter, quid vidisset, renuntiasset omnesque exitus occupatos ostendisset, sensit Hannibal id non fortuito factum, sed se peti neque sibi diutius vitam esse retinendam. Quam ne alieno arbitrio dimitteret, memor pristinarum virtutum, venenum, quod semper secum habere consueverat, sumpsit.


Μετάφραση:
Όταν είχαν έρθει εκεί οι πρέσβεις των Ρωμαίων και με πλήθος στρατιωτών το σπίτι αυτού είχαν περικυκλώσει, κάποιος δούλος, ο οποίος παρατηρούσε από την πόρτα είπε στον Αννίβα, ότι φαίνονταν οι περισσότεροι ασυνήθιστα οπλισμένοι. Αυτός τον διέταξε, να ελέγξει όλες τις πόρτες του οικοδομήματος και να του αναφέρει γρήγορα, αν με τον ίδιο τρόπο από παντού πολιορκείτο. Ο δούλος όταν γρήγορα ανακοίνωσε, τι είχε δει, και ανέφερε, ότι όλες οι έξοδοι είχαν καταληφθεί, αντιλήφθηκε ο Αννίβας ότι αυτό δεν έγινε τυχαία, αλλά ότι καταζητείτο  και ότι περισσότερο δε θα έπρεπε να διαρκέσει η ζωή του. Αυτή, για να μην την αφήσει σε άλλη (ξένη) κρίση, ενθυμούμενος τις προηγούμενες αρετές, δηλητήριο, το οποίο πάντα συνήθιζε να έχει μαζί του, πήρε.


multitudo, -dinis (θηλυκό, γ'κλίση) = το πλήθος
consuetudo, -dinis (θηλυκό, γ'κλίση) = η συνήθεια
aedificium, -ii+-i = οικοδόμημα
propere (επίρρημα) = γρήγορα, αμέσως
fortuito (επίρρημα) = τυχαία 
retineo, retinui, retentum, retinere (2) = κρατώ, διατηρώ
venerum, -i (ουδέτερο, β'κλίση) = δηλητήριο


*Ο Αννίβας, προκειμένου να μην πέσει στα χέρια των Ρωμαίων το 183 π.Χ, αυτοκτόνησε στη Λίμπισα, κοντά στην σημερινή Κωνσταντινούπολη, πίνοντας δηλητήριο.





Σύνταξη-Μετάφραση αποσπάσματος: Πανουτσακοπούλου Ειρήνη 





Σάββατο 14 Νοεμβρίου 2015

De Bello Gallico - Περί του Γαλατικού πολέμου (απόσπασμα)


Gaius Iulius Caesar

De Bello Gallico
(2.4.1,2)

Cum ab his quaereret, quae civitates quantaeque in armis essent et quid in bello possent, sic reperiebat: plerosque Belgas esse ortos a Germanis Rhenumque antiquitus traductos propter loci fertilitatem ibi consedisse Gallosque, qui ea loca incolerent, expulisse solosque esse, qui patrum nostrorum memoria omni Gallia vexata Teutonos Cimbrosque intra suos fines ingredi prohibuerint.

Μετάφραση:
Όταν από αυτούς ζητούσε να μάθει ποιες και πόσες πολιτείες βρίσκονταν στα όπλα και ποια η πολεμική τους δύναμη ήταν, έτσι πληροφορούνταν: ότι οι περισσότεροι Βέλγοι κατάγονται από τους Γερμανούς και ότι από παλιά, αφού πέρασαν το Ρήνο, εξαιτίας της ευφορίας του εδάφους εκεί εγκαταστάθηκαν και τους Γαλάτες, οι οποίοι εκείνους τους τόπους κατοικούσαν, ότι έδιωξαν , και ότι ήταν οι μόνοι, οι οποίοι την εποχή των προγόνων μας, όταν λεηλατήθηκε όλη η Γαλατία, εμπόδισαν τους Τεύτονες και τους Κίμβρους* να εισέλθουν στη χώρα τους.



quaero, quaesivi, qyaesitum, quaerere (3) = ρωτάω, ζητώ να μάθω
quantus, -a, -um (ερωτηματική αντωνυμία) = πόσος, -η, -ο
arma, -orum (ουδέτερο, β'κλίση) = όπλα
reperio, reperi, repertum, reperire (4) = γνωρίζω, μαθαίνω, πληροφορούμαι
plerus, -a, -um (επίθετο) = πολύς, πολλή, πολύ
orior, ortus sum, (ortum), oriri (αποθετικό - 4) = κατάγομαι, γεννιέμαι
antiquitus (επίρρημα) = από παλιά, από τα αρχαία χρόνια
traduco, traduxi, traductum, traducere (3) = μεταβιβάζω, διαβιβάζω
fertilitas, -atis (θηλυκό, γ'κλίση) = η ευφορία
consido, consedi, consessum, considere (3) =  κάθομαι, κατοικώ
incolo, incolui, incultum, incolere (3) = κατοικώ
expello, expuli, expulsum, expellere (3) = διώχνω
solus, -a, -um (αντωνυμικό επίθετο) = μόνος, -η, -ο
vexo, vexavi, vexatum, vexare (1) = λεηλατώ, ερημώνω



*Οι Τεύτονες και οι Κίμβροι κατάφεραν να λεηλατήσουν ολόκληρη τη Γαλατία, αλλά δεν μπόρεσαν να εισβάλουν στη Βελγική. 


Σύνταξη-Μετάφραση αποσπάσματος: Πανουτσακοπούλου Ειρήνη 




Δευτέρα 20 Ιουλίου 2015

ΤΙΤΟΣ ΛΙΒΙΟΣ ΧΧΙ ( 5, 16, 18-19)

[5] Ceterum ex quo die dux est declaratus, velut Italia ei provincia decreta bellumque Romanum mandatum esset, nihil prolatandum ratus ne se quoque, ut patrem Hamilcarem, deinde Hasdrubalem, cunctantem casus aliquis opprimeret, Saguntinis inferre bellum statuit. Quibus oppugnandis quia haud dubie Romana arma movebantur, in Olcadum prius fines -- ultra Hiberum ea gens in parte magis quam in dicione Carthaginiensium erat -- induxit exercitum, ut non petisse Saguntinos sed rerum serie finitimis domitis gentibus iungendoque tractus ad id bellum videri posset. Cartalam, urbem opulentam, caput gentis eius, expugnat diripitque; quo metu perculsae minores civitates stipendio imposito imperium accepere. Victor exercitus opulentusque praeda Carthaginem Novam in hiberna est deductus. Ibi large partiendo praedam stipendioque praeterito cum fide exsolvendo cunctis civium sociorumque animis in se firmatis vere primo in Vaccaeos promotum bellum. Hermandica et Arbocala, eorum urbes, vi captae. Arbocala et virtute et multitudine oppidanorum diu defensa; ab Hermandica profugi exsulibus Olcadum, priore aestate domitae gentis, cum se iunxissent, concitant Carpetanos adortique Hannibalem regressum ex Vaccaeis haud procul Tago flumine agmen grave praeda turbavere. Hannibal proelio abstinuit castrisque super ripam positis, cum prima quies silentiumque ab hostibus fuit, amnem vado traiecit valloque ita praeducto ut locum ad transgrediendum hostes haberent invadere eos transeuntes statuit. Equitibus praecepit ut, cum ingressos aquam viderent, adorirentur impeditum agmen; in ripa elephantos -- quadraginta autem erant -- disponit. Carpetanorum cum appendicibus Olcadum Vaccaeorumque centum milia fuere, invicta acies si aequo dimicaretur campo. Itaque et ingenio feroces et multitudine freti et, quod metu cessisse credebant hostem, id morari victoriam rati quod interesset amnis, clamore sublato passim sine ullius imperio qua cuique proximum est in amnem ruunt. Et ex parte altera ripae vis ingens equitum in flumen immissa, medioque alveo haudquaquam pari certamine concursum, quippe ubi pedes instabilis ac vix vado fidens vel ab inermi equite, equo temere acto, perverti posset, eques corpore armisque liber, equo vel per medios gurgites stabili, comminus eminusque rem gereret. Pars magna flumine absumpta; quidam verticoso amni delati in hostes ab elephantis obtriti sunt. Postremi, quibus regressus in suam ripam tutior fuit, ex varia trepidatione cum in unum colligerentur, priusquam a tanto pavore reciperent animos, Hannibal agmine quadrato amnem ingressus fugam ex ripa fecit vastatisque agris intra paucos dies Carpetanos quoque in deditionem accepit; et iam omnia trans Hiberum praeter Saguntinos Carthaginiensium erant.


[5] Για τον υπόλοιπο χρόνο, από τη μέρα που ανακηρύχθηκε αρχηγός, με το που απονεμήθηκε σε αυτόν ως επαρχία η Ιταλία και του ανατέθηκε ο ρωμαϊκός πόλεμος, νόμισε ότι δεν έπρεπε να τον αναβάλλει, μήπως και τον καταλάβει κάποια συμφορά με την αργοπορία, όπως τον πατέρα του Αμίλκα και έπειτα τον Ασδρούβα, (και έτσι) αποφάσισε να κηρύξει πόλεμο στους Σαγουντίνους. Αλλά επειδή με το να πολεμεί αυτούς τα όπλα καταστρέφονταν, αρχικά στα σύνορα των Ολκάδων οδήγησε το στρατό του - έθνος πέρα του Ίβηρα, και ήταν περισσότερο στο μέρος παρά στην εξουσία των Καρχηδονίων- για να μπορεί να φαίνεται οτι δεν επιτέθηκε στους Σαγουντίνους αλλά οτι η σειρά των γεγονότων μετά την υποταγή των γειτονικών εθνών, και αφού συνένωσε τα έθνη οδηγήθηκε σε αυτόν τον πόλεμο. Tην Καρτάλα, πόλη πλούσια, πρωτεύουσα αυτού του έθνους την πολιορκεί και την λεηλατεί. Από φόβο πτοηθέντες οι μικρότερες πολιτείες, δέχθηκαν την εξουσία του , αφού τους επιβλήθηκε φόρος. Νικητής ο στρατός και πλούσιος από λάφυρα κατέφυγε στην Καρχηδόνα στο χειμερινό στρατόπεδο. Εκεί αφου διένειμε την λεία άφθονα και αφού πλήρωσε τον οφειλόμενο στρατιωτικό μισθό με πίστη και αφού ενίσχυσε τις ψυχές όλων των πολιτών και των συμμάχων, την άνοιξη ξέσπασε ο πόλεμος εναντίον των Ουακκαίων. Η Ελμαντική και η Αρβουκάλη, πόλεις τους, καταλήφθηκαν με έφοδο. Η Αρβουκάλη λόγω της ανδρείας και του πλήθους των κατοίκων αμύνθηκε για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αφού απέδρασαν απο την Ελμαντική και ενώθηκαν με τους φυγάδες των Ολκάδων, γένους που κατανικήθηκε το προηγούμενο καλοκαίρι, εξωθούν τους Καρπετανούς σε πόλεμο και επιτέθηκαν στον Αννίβα καθώς γυρνούσε από τους Ουακκαίους, όχι μακριά απο τον ποταμό Τάγη και προκάλεσε σύγχιση στο στράτευμα που ήταν επιβαρημένο με λάφυρα. Ο Αννίβας απείχε από την μάχη και αφού έστησε το στρατόπεδο( αφού στρατοπέδευσε) από το πάνω μέρος των οχθών του ποταμού , όταν έγινε η πρώτη ησυχία και ανάπαυση από τους εχθρούς, διάβηκε τον ποταμό μέσω κάποιου πόρου και αφού έτσι έφτιαξε χαράκωμα για να έχουν οι εχθροί χώρο να περάσουν, αποφάσισε να επιτεθεί σε αυτούς διαβαίνοντας. Διέταξε τους ιππείς, αφού δουν (αυτούς) να μπαίνουν στο νερό, να επιτεθούν ενάντια στον κωλυόμενο στρατό. Στην ακτή άφησε ελέφαντες- ηταν 40 (στον αριθμό). Οι Καρπετανοί μαζί με την προσθήκη των Ολκάδων και των Ουακκαίων ήταν 100.000, ανίκητος στρατός, αν μαχόταν σε ανοιχτή πεδιάδα. Kαι έτσι, ήταν αγέρωχοι στο πνεύμα και υπάκουοι ως προς το πλήθος, και επειδή πίστευαν ότι ο εχθρός από φόβο αποχώρησε, και νόμιζαν οτί μόνο αυτό αναβάλλει τη νίκη, επειδή ο ποταμός ήταν ανάμεσα, αφού ακούστηκε παντού κραυγή συνεπαρμένη, χωρίς καμία διαταγή και ο καθένας όπου ήταν πιο κοντά, ορμούν στον ποταμό. Και στο άλλο μέρος του ποταμού αφού στάλθηκε μεγάλη δύναμη ιππέων και στο μέσο του ποταμού με κανένα τρόπο δεν έγινε ίση μάχη, φυσικά οι πεζοί ήταν ασταθείς και έχοντας ελάχιστη εμπιστοσύνη στον ποταμό θα ήταν δυνατό να ανατραπούν είτε από άοπλο ιππέα, είτε καταλάθος από άλογο, ο ιππέας ελεύθερος από σώμα και όπλα και από άλογο σταθερό ακόμη και στη μέση του ρεύματος μπορούσε να πολεμήσει απο κοντά και απο μακριά. Μεγάλο μέρος σκοτώθηκε στο ποτάμι. Κάποιοι κινούμενοι εναντίον των εχθρών στον ταραγμένο ποταμό καταπατήθηκαν απο τους ελέφαντες. Οι τελευταίοι, στους οποίους η επάνοδος στην ακτή τους ήταν ασφαλέστερη, απο ποικίλη ταραχή συγκεντρώνονταν σε ένα σημείο, ενώ πριν απο τέτοιο φόβο συνήλθαν, ο Αννίβας αφού δίεταξε το στρατό σε τετράγωνο σχήμα και αφού μπήκε στο ποτάμι, έτρεπε αυτούς απο την όχθη σε φυγή, και αφού λεηλάτησε τη χώρα μέσα σε λίγες μέρες πέτυχε την υποταγή των Καρπετανών. Και πια όλα πέρα απο τον Ίβηρα, ήταν υπό την εξουσία των Καρχηδονίων.





[16] Sub idem fere tempus et legati qui redierant ab Carthagine Romam rettulerunt omnia hostilia esse, et Sagunti excidium nuntiatum est; tantusque simul maeror patres misericordiaque sociorum peremptorum indigne et pudor non lati auxilii et ira in Carthaginienses metusque de summa rerum cepit, uelut si iam ad portas hostis esset, ut tot uno tempore motibus animi turbati trepidarent magis quam consulerent: nam neque hostem acriorem bellicosioremque secum congressum nec rem Romanam tam desidem unquam fuisse atque imbellem. Sardos Corsosque et Histros atque Illyrios lacessisse magis quam exercuisse Romana arma et cum Gallis tumultuatum uerius quam belligeratum: Poenum hostem ueteranum, trium et uiginti annorum militia durissima inter Hispanas gentes semper uictorem, duci acerrimo adsuetum, recentem ab excidio opulentissimae urbis, Hiberum transire; trahere secum tot excitos Hispanorum populos; conciturum auidas semper armorum Gallicas gentes; cum orbe terrarum bellum gerendum in Italia ac pro moenibus Romanis esse.


Τον ίδιο σχεδόν χρόνο και οι πρέσβεις, οι οποίοι είχαν επανέλθει από την Καρχηδόνα, στην Ρώμη ανέφεραν ότι τα πάντα είναι εχθρικά και η καταστροφή του Σαγούντου ανακοινώθηκε. Τόση ήταν ταυτόχρονα η λύπη για τους πατέρες και ο οίκτος για τους συμμάχους που φονεύθηκαν ανάξια και η ντροπή για τη βοήθεια που δεν παρείχαν και η οργή κατά των Καρχηδονίων και ο φόβος σχετικά με την ύπαρξη της πολιτείας, μιας και ο εχθρός ήταν ήδη προ των πυλών, ώστε μέσα σε ένα χρόνο από τόσες συγκινήσεις της ψυχής είχαν ταραχθεί και περισσότερο φοβούνταν παρά συνεδρίαζαν. Διότι ούτε ο εχθρός πολέμησε εναντίον τους πιο εχθρικά και πιο πολέμια, ούτε η ρωμαϊκή πολιτεία υπήρξε ποτέ τόσο ράθιμη και μη φιλοπόλεμη. Οι Σαρδηνοί  και οι Κορσικανοί και οι Ίστριοι και οι Ιλλύριοι προκαλούσαν περσσότερο παρά εξασκούσαν τα ρωμαϊκά όπλα, και προς τους Γαλάτες περισσότερο αληθινά έγινε θόρυβος παρά πόλεμος. Ο αρχαίος Καρχηδόνιος εχθρός, επί είκοσι τρία χρόνια σε σκληρότατη στρατιωτική άσκηση μεταξύ των Ισπανικών εθνών (ήταν) πάντοτε νικητής, και συνηθισμένος κάτω από δραστηριώτατο στρατηγό, ακμαίος εξαιτίας της καταστροφής ευδαιμονεστάτης πόλης  διαβαίνει τον Ίβηρα και με αυτόν οδηγεί τόσους Ισπανικούς λαούς που έχουν εξεγερθεί και θα προσελκύσει τα, πάντοτε, άπληστα για πόλεμο γαλατικά φύλα. Για την οικουμένη, ο πόλεμος θα διεξαχθεί στην Ιταλία και μπροστά από τα τείχη της Ρώμης.


[18] His ita comparatis, ut omnia iusta ante bellum fierent, legatos maiores natu, Q. Fabium M. Liuium L. Aemilium C. Licinium Q. Baebium in Africam mittunt ad percontandos Carthaginienses publicone consilio Hannibal Saguntum oppugnasset, et si id quod facturi uidebantur faterentur ac defenderent publico consilio factum, ut indicerent populo Carthaginiensi bellum. Romani postquam Carthaginem uenerunt, cum senatus datus esset et Q. Fabius nihil ultra quam unum quod mandatum erat percontatus esset, tum ex Carthaginiensibus unus: 
"Praeceps vestra, Romani, et prior legatio fuit, cum Hannibalem tamquam suo consilio Saguntum oppugnantem deposcebatis; ceterum haec legatio verbis adhuc lenior est, re asperior. Tunc enim Hannibal et insimulabatur et deposcebatur; nunc ab nobis et confessio culpae exprimitur et ut a confessis res extemplo repetuntur. Ego autem non privato publicone consilio Saguntum oppugnatum sit quaerendum censeam sed utrum iure an iniuria; nostra enim haec quaestio, atque animadversio in civem nostrum, est quid nostro aut suo fecerit arbitrio: vobiscum una disceptatio est licueritne per foedus fieri. Itaque quoniam discerni placet quid publico consilio, quid sua sponte imperatores faciant, nobis vobiscum foedus est a C. Lutatio consule ictum in quo, cum caveretur utrorumque sociis, nihil de Saguntinis (necdum enim erant socii vestri) cautum est. 
At enim eo foedere quod cum Hasdrubale ictum est Saguntini excipiuntur. Aduersus quod ego nihil dicturus sum nisi quod a uobis didici. Uos enim, quod C. Lutatius consul primo nobiscum foedus icit, quia neque auctoritate patrum nec populi iussu ictum erat, negastis uos eo teneri; itaque aliud de integro foedus publico consilio ictum est. Si uos non tenent foedera uestra nisi ex auctoritate aut iussu uestro icta, ne nos quidem Hasdrubalis foedus quod nobis insciis icit obligare potuit. Proinde omittite Sagunti atque Hiberi mentionem facere et quod diu parturit animus uester aliquando pariat." Tum Romanus sinu ex toga facto, "hic" inquit, "uobis bellum et pacem portamus; utrum placet sumite." Sub hanc uocem haud minus ferociter, daret utrum uellet, succlamatum est; et cum is iterum sinu effuso bellum dare dixisset, accipere se omnes responderunt et quibus acciperent animis iisdem se gesturos.


Αφού προετοιμάστηκαν έτσι  , ώστε να γίνουν όλα νόμιμα πριν από τον πόλεμο, πρέσβεις μεγαλύτεροι ως προς την ηλικία, τον Κ.Φάβιο, τον Λούκιο Αιμίλιο, τον Γάιο Λικίνιο, τον Κοΐντο Βαίβιο, στέλνουν στην Αφρική, για να ρωτήσουν τους Καρχηδονίους, αν οι Αννίβας με απόφαση της πολιτείας είχε πολιορκήσει το Σαγούντο, και αν αυτό, το οποίο φαίνονταν ότι θα κάνουν, ήθελαν να ομολογήσουν, και όντας δικαιολογημένοι ομολόγησαν ότι με απόφαση της πολιτείας έγινε η κύρηξη πολέμου κατά των Καρχηδονίων. Οι Ρωμαίοι, αφού ήρθαν στην Καρχηδόνα, και αφού έγινε σύγκλητος, και ο Κ.Φάβιος , από αυτό που του δόθηκε εντολή (να ρωτήσει), άλλο ρώτησε, τότε από τους Καρχηδονίους ένας είπε: ''Εσπευμένη ήδη η δική σας, Ρωμαίοι, πρεσβεία ήταν, όταν απαιτήσατε την παράδοση του Αννίβα, σαν να πολιορκούσε η ίδια η βουλή το Σαγούντο. Αυτή η πρεσβεία μέχρι τώρα στα λόγια είναι ηπιώτερη, στις πράξεις είναι σκληρότερη. Διότι, τότε κατηγορείτο μόνο ο Αννίβας και απαιτείτο η παράδοσή του. Τώρα δεν προέρχεται από εμάς η ομολογία της ενοχής, και ζητείται άμεσα ικανοποίηση από εμάς και από αυτούς που έχουν ομολογήσει. Εγώ, όμως, πιστεύω, ότι δεν πρέπει να αναρωτηθούμε, αν το Σαγούντο πολιορκήθηκε με προσωπική βούληση ή με δημόσια απόφαση, αλλά περισσότερο αν (πολιορκήθηκε) δίκαια ή άδικα. Διότι, σε εμάς ανήκει η εξέταση και η τιμωρία κατά του συμπολίτη μας. Τι σύμφωνα με τη δική μας γνώμη, ή τι σύμφωνα με τη δική του έπραξε, σε εσάς μία είναι η συζήτηση, αν επιτρεπόταν να γίνει σύμφωνα με την συνθήκη. Αυτό, επειδή σε εμάς είναι αρεστό να διακριθεί, τι κάνουν οι στρατηγοί σύμφωνα με τη γνώμη της πολιτείας, τι σύμφωνα με τη δική τους βούληση, ανάμεσα σε εμάς και εσάς υπάρχει συνθήκη, η οποία συνάφθηκε από τον Κ.Λουτάτιο, στην οποία ενώ σχετικά και με τους δύο συμμάχους τέθηκαν όροι σχετικά με τους Σαγούντινους, κανείς όμως λόγος δεν έγινε, διότι ήταν δικοί μας σύμμαχοι. Διότι, σε αυτή την συνθήκη, η οποία με τον Ασδρούβα συνάφθηκε, οι Σαγούντινοι εξαιρούνται, και εναντίον αυτού του διισχυρισμού τίποτα δε θα πω, παρά μόνο ό,τι από εσάς έμαθα. Εσείς είναι φανερό, ότι είπατε ότι δε δεσμεύεσθε από εκείνη την συνθήκη, την οποία ο Γ.Λουτάτιος ύπατος, πρώτα με εσάς σύνηψε, επειδή ούτε κατά τη γνώμη των πατέρων ούτε με διαταγή του λαού έγινε. Από αυτό, άλλη συνθήκη με απόφαση της πολιτείας συνάφθηκε. Αν δεν σας δεσμεύουν οι δικές μας συνθήκες, ούτε αυτές που έχουν γίνει με έγκριση ή διαταγή σας, ούτε εμάς βεβαίως είναι δυνατόν να υποχρεώσει η συνθήκη του Ασδρούβα, η οποία εν αγνοία μας συνάφθηκε. Από αυτό, σταματήσατε να αναφέρετε το Σαγούντο και τον Ίβηρα, και μακάρι ποτέ να μη έρθει στο φως, το τι κουβαλάει προ πολλού η ψυχή σας''. Τότε αφού ο Ρωμαίος κρατώντας τον τήβεννό του, είπε, ''φέρνουμε σε εσάς πόλεμο και ειρήνη' διαλέξτε όποιο από τα δύο σας αρέσει.'' Και στη φωνή του με περισσότερο θράσος φώναξαν να δώσει, όποιο από τα δύο θέλει. Και εκείνος χαλαρώνοντας πάλι τον τήβεννο είπε, ότι δίνει πόλεμο. Όλοι απάντησαν, ότι δέχονται και ότι θα τον διεξήγαγαν με τα ίδια φρονήματα, με τα οποία τον δέχτηκαν.

 [19]  Haec derecta percunctatio ac denuntiatio belli magis ex dignitate populi Romani visa est quam de foederum iure verbis disceptare, cum ante, tum maxime Sagunto excisa. nam si verborum disceptationis res esset, quid foedus Hasdrubalis cum Lutatii priore foedere, quod mutatum est, conparandum erat, cum in Lutatii foedere diserte additum esset, ita id ratum fore, si populus censuisset, in Hasdrubalis foedere nec exceptum tale quicquam fuerit, et tot annorum silentio ita vivo eo conprobatum sit foedus, ut ne mortuo quidem auctore quicquam mutaretur? quamquam, et si priore foedere staretur, satis cautum erat Saguntinis sociis utrorumque exceptis. nam neque additum erat 'iis qui tunc essent' nec ' ne qui postea adsumerentur'; et cum adsumere novos liceret socios, quis aequum censeret aut ob nulla quemquam merita in amicitiam recipi aut receptos in fidem non defendi? tantum ne Carthaginiensium socii aut sollicitarentur ad defectionem aut sua sponte desciscentes reciperentur? Legati Romani ab Carthagine, sicut iis Romae imperatum erat, in Hispaniam ut adirent ciuitates ut in societatem perlicerent aut auerterent a Poenis traiecerunt.  Ad Bargusios primum uenerunt, a quibus benigne excepti, quia taedebat imperii Punici, multos trans Hiberum populos ad cupidinem nouae fortunae erexerunt. Inde est ventum ad Volcianos, quorum celebre per Hispaniam responsum ceteros populos ab societate Romana avertit. Ita enim maximus natu ex iis in concilio respondit: "Quae verecundia est, Romani, postulare vos uti vestram Carthaginiensium amicitiae praeponamus, cum qui id fecerunt [Saguntini] crudelius quam Poenus hostis perdidit vos socii prodideritis? Ibi quaeratis socios censeo ubi Saguntina clades ignota est; Hispanis populis sicut lugubre, ita insigne documentum Sagunti ruinae erunt ne quis fidei Romanae aut societati confidat." Inde extemplo abire finibus Volcianorum iussi ab nullo deinde concilio Hispaniae benigniora verba tulere. Ita nequiquam peragrata Hispania in Galliam transeunt.


 Αυτή η άμεση ερώτηση και η κύρηξη του πολέμου φάνηκε περισσότερο ταιριαστή στην αξιοπρέπεια του Ρωμαϊκού λαού, πάρα (φάνηκε) ότι αμφισβητείται με λόγια το κύρος των συνθηκών, και προηγουμένως αφού είχε καταστραφεί το Σαγούντο. Διότι εάν ήταν να λυθεί το θέμα της φιλονικίας με λόγια, γιατί έπρεπε να συγκριθεί η συνθήκη του Ασδρούβα με την προηγούμενη συνθήκη του Λουτατίου, η οποία είχε αλλάξει; Γιατί, στην συνθήκη του Λουτατίου είχε προστεθεί ρητά, ότι θα θεωρούνται έγκυρες αν το είχε αποφασίσει ο λαός , στην συνθήκη του Ασδρούβα καμία τέτοιου είδους εξαίρεση υπήρχε και η συνθήκη καθ’όλη τη ζωή της και μέσα στη σιωπή τόσων χρόνων επιδοκιμαζόταν τόσο, ώστε παρόλο το θάνατο του δημιουργού καμία αλλαγή δεν υπέστη. Επιπλέον, ακόμη και αν έμεναν στην προηγούμενη συνθήκη, οι Σαγουντίνοι ικανοποιητικά προστατεύθηκαν, και αφότου εξεγέρθηκαν οι σύμμαχοι και των δύο. Διότι, ούτε είχε προστεθεί σε εκείνους, ΄΄οι οποίοι τότε ήταν΄΄ , ούτε ΄΄όσοι μετά από αυτά ήθελαν να αναλάβουν΄΄ και επειδή επιτρεπόταν να προσληφθούν νέοι σύμμαχοι , θα μπορούσε κάποιος να θεωρήσει δίκαιο, ότι κανένας ούτε για τις υπηρεσίες του γίνεται δεκτός στη φιλία ούτε ότι αυτοί, οι οποίοι έγιναν δεκτοί στην πίστη, και αληθινά δεν προστατεύονται; Μόνο οι σύμμαχοι των Καρχηδονίων πρέπει ούτε να παροτρυνθούν σε εξέγερση, ούτε αφού έχουν αποστατήσει με δική τους θέληση, να γίνονται δεκτοί; Οι Ρωμαίοι πρέσβεις από την Καρχηδόνα, όπως διατάχθηκε σε αυτούς από τη Ρώμη, πήγαν στην Ισπανία με σκοπό να επισκεφθούν τις διαφορετικές πολιτείες και να τους εντάξουν σε συμμαχία ή να τους απομακρύνουν τουλάχιστον από τους Καρχηδονίους. Στους Βοργίους πήγαν αρχικά, οι οποίοι ήταν κουρασμένοι από την Καρχηδονική εξουσία και από αυτούς έγιναν αποδεκτοί θετικά και η επιτυχία τους αυτή δημιούργησε μια μεγάλη επιθυμία για αλλαγή στους λαούς του Ίβηρα. Από εκεί ήρθαν στους Βόλκους, οι οποίοι τους έδωσαν μια απάντηση, που μεταφέρθηκε σε όλη την Ισπανία και έστρεψε όλα τα άλλα έθνη εναντίον της Ρωμαϊκής συμμαχίας. Έτσι, λοιπόν, οι γηραιότεροι ως προς την ηλικία από αυτούς στη συνέλευση απάντησαν: ΄΄Πόσο θράσος έχετε, Ρωμαίοι, να μας ζητάτε να προτιμήσουμε τη φιλία με εσάς, παρά με τους Καρχηδονίους, όταν εκείνοι (οι Σαγουντίνοι) που το έκαναν αυτό, σκληρότερα έχουν προδοθεί από εσάς, τους συμμάχους τους, παρά έχουν καταστραφεί από τον εχθρό τους, τους Γαλάτες; Πρέπει να αναζητήσετε συμμάχους, θεωρώ, μόνο εκεί που η καταστροφή του Σαγούντου είναι άγνωστη. Διότι, για τους ανθρώπους της Ισπανίας, τα ερείπια του Σαγούντου, θα αποτελούν μια τόσο μελαγχολική όσο και ανεκδιήγητη προειδοποίηση, πως κανένας δεν πρέπει να εμπιστευτεί την εντιμότητα ή την συμμαχία της Ρώμης. Έχοντας τότε διαταχθεί να αποχωρήσουν άμεσα από τα σύνορα των Βόλκων, δεν έλαβαν, από εκείνη τη μέρα καμία ευνοϊκότερη απάντηση από κανέναν σύμβουλο της Ισπανίας. Σύμφωνα με αυτό, έχοντας διασχίσει την Ισπανία άσκοπα, μετέβησαν στην Γαλατία.



 EΠΙΜΕΛΕΙΑ ΚΕΙΜΕΝΟΥ : Λάμπρος Τάτσης ( κείμενο 5, 19)
                                          Ειρήνη Πανουτσακοπούλου (κείμενα 16 και 18, 19)

πηγή: λεξικό λατινοελληνικών Κουμανούδη


facebook page




Δευτέρα 13 Ιουλίου 2015

ΤΙΤΟΣ ΛΙΒΙΟΣ XXI(21.1-4)

                                                   ΤΙΤΟΣ ΛΙΒΙΟΣ , Αb Urbe Condita

[1] In parte operis mei licet mihi praefari, quod in principio summae totius professi plerique sunt rerum scriptores, bellum maxime omnium memorabile quae unquam gesta sint me scripturum, quod Hannibale duce Carthaginienses cum populo Romano gessere.Nam neque ualidiores opibus ullae inter se ciuitates gentesque contulerunt arma neque his ipsis tantum unquam uirium aut roboris fuit; et haud ignotas belli artes inter sese sed expertas primo Punico conferebant bello, et adeo uaria fortuna belli ancepsque Mars fuit ut propius periculum fuerint qui uicerunt. Odiis etiam prope maioribus certarunt quam uiribus, Romanis indignantibus quod uictoribus uicti ultro inferrent arma, Poenis quod superbe auareque crederent imperitatum uictis esse. Fama est etiam Hannibalem annorum ferme nouem, pueriliter blandientem patri Hamilcari ut duceretur in Hispaniam, cum perfecto Africo bello exercitum eo traiecturus sacrificaret, altaribus admotum tactis sacris iure iurando adactum se cum primum posset hostem fore populo Romano. Angebant ingentis spiritus uirum Sicilia Sardiniaque amissae: nam et Siciliam nimis celeri desperatione rerum concessam et Sardiniam inter motum Africae fraude Romanorum, stipendio etiam insuper imposito, interceptam.


[1] Στο μέρος του έργου μου επιτρέπεται να προλογήσω, αυτό που πολλοί ιστορικοί ομολόγησαν στην αρχή του έργου τους, ότι θα γράψω τον πιο αξιομνημόνευτο πόλεμο από αυτούς που έχουν γίνει, τον οποίο έκανε ο Αννίβας όταν ήταν αρχηγός των Καρχηδονίων εναντίον του Ρωμαϊκού λαού. Διότι ποτέ ισχυρότερες πολιτείες και έθνη δεν διεξήγαν μεταξύ τους μάχες,και ούτε ποτέ αυτά απέκτησαν τέτοια δύναμη και ισχύ. Επιπλέον δεν χρησιμοποίησαν άγνωστες τεχνικές πολέμου, αλλά δοκιμασμένες ήδη απο τον πρώτο Καρχηδονιακό πόλεμο και τέλος η τύχη και η θέση του πολέμου ήταν ποικίλη και αμφίβολη, ώστε βρέθηκαν σε μεγαλύτερο κίνδυνο, αυτοί που νίκησαν. Βέβαια μάχονταν με μεγαλύτερο μίσος παρά με δυνάμεις, οι Ρωμαίοι αγανακτισμένοι επειδή οι ηττημένοι εκουσίως πολεμούσαν τους νικητές και οι Καρχηδόνιοι γιατί νόμιζαν, ότι εκείνοι(οι Ρωμαίοι) εξουσίαζαν τους ηττημένους με περηφάνια και πλεονεξία. Ακόμα υπήρχε η φήμη, ότι, όταν ο Αννίβας ήταν σχεδόν 9 χρονών, παδικά κολακεύοντας τον πατέρα του Αμίλκα, ώστε να τον πάρει στην Ισπανία, όταν μετά το τέλος του Αφρικάνικου πόλεμου θυσίαζε σκοπεύοντας να μεταφέρει το στρατό, προσήλθε στους ιερούς βωμούς και αφού άρχισε τις θυσίες, ορκίστηκε με όρκο ότι όταν μπορέσει με την πρώτη ευκαιρία, θα γίνει εχθρός των Ρωμαίων. Ανησυχεί το πνεύμα του εξοχότατου άνδρα η απώλεια της Σαρδηνίας και της Σικελίας: διότι η Σικελία χάθηκε λόγω γρήγορης απελπισίας και η Σαρδηνία, αφού της επιβλήθηκε φόρος, καταλήφθηκε με δόλο από τους Ρωμαίους.
                                                     

[2] His anxius curis ita se Africo bello quod fuit sub recentem Romanam pacem per quinque annos, ita deinde nouem annis in Hispania augendo Punico imperio gessit ut appareret maius eum quam quod gereret agitare in animo bellum et, si diutius uixisset, Hamilcare duce Poenos arma Italiae inlaturos fuisse quae Hannibalis ductu intulerunt. Mors Hamilcaris peropportuna et pueritia Hannibalis distulerunt bellum. Medius Hasdrubal inter patrem ac filium octo ferme annos imperium obtinuit, flore aetatis, uti ferunt, primo Hamilcari conciliatus, gener inde ob aliam indolem profecto animi adscitus et, quia gener erat, factionis Barcinae opibus, quae apud milites plebemque plus quam modicae erant, haud sane uoluntate principum, in imperio positus. Is plura consilio quam ui gerens, hospitiis magis regulorum conciliandisque per amicitiam principum nouis gentibus quam bello aut armis rem Carthaginiensem auxit. Ceterum nihilo ei pax tutior fuit; barbarus eum quidam palam ob iram interfecti ab eo domini obtruncauit; comprensusque ab circumstantibus haud alio quam si euasisset uoltu, tormentis quoque cum laceraretur, eo fuit habitu oris ut superante laetitia dolores ridentis etiam speciem praebuerit. Cum hoc Hasdrubale, quia mirae artis in sollicitandis gentibus imperioque suo iungendis fuerat, foedus renouauerat populus Romanus ut finis utriusque imperii esset amnis Hiberus Saguntinisque mediis inter imperia duorum populorum libertas seruaretur.


[2] Από τέτοιες ανησυχίες περίφοβος φάνηκε στον Αφρικανικό πόλεμο ,που έγινε για πέντε χρόνια, κατά την περίοδο της νέας Ρωμαϊκής ειρήνης  και έπειτα από εννιά χρόνια στην Ισπανία, τόσο αυξήθηκε η Καρχηδονιακή κυριαρχία, ώστε ήταν φανερό, ότι στο νου του είχε να κάνει μεγαλύτερο πόλεμο από αυτόν που ήδη διεξήγαγε, και, αν ζούσε περισσότερο, υπό την  αρχηγία του Αμίλκα οι Καρχηδόνιοι ήθελαν να φέρουν τα όπλα στην Ιταλία, τα οποία επέστρεψαν υπό την αρχηγία του Αννίβα. Ο επίκαιρος θάνατος του Αμίλκα και η παιδική ηλικία του Αννίβα ανέβαλλαν τον πόλεμο. Εν τω μεταξύ, ο Ασδρούβας μεταξύ πατέρα και γιου είχε οχτώ σχεδόν χρόνια την εξουσία, και στο άνθος της ηλικίας του , όπως διηγούνται, με τον Αμίλκα συνδέθηκε, από εκεί γαμπρός εξαιτίας της έξοχης ευφυΐας του, συνενώθηκε με τον προχωρημένο σε ηλικία άνδρα, και επειδή ήταν γαμπρός (του), μέσω της δύναμης του πλήθους του Βάρκα, η οποία ήταν στους στρατιώτες και το λαό υπέρμετρα μεγάλη, και βεβαίως χωρίς τη θέληση των αρχηγών, έγινε κύριος της αρχής. Αυτός περισσότερα κατορθώνοντας μέσω της σύνεσης, παρά της δύναμης, προήγαγε τα πράγματα των Καρχηδονίων περισσότερο μέσω της φιλίας με τα μικρά βασίλεια και συνάπτοντας συμμαχίες με τους ηγεμόνες νέων εθνών, παρά μέσω του πολέμου και των όπλων. Αλλά σε αυτόν καθόλου δεν υπήρχε ασφαλέστερη η ειρήνη. Κάποιος βάρβαρος τον σκότωσε δημόσια εξαιτίας της οργής (του), διότι ο κύριός του από αυτόν δολοφονήθηκε, και αφού συνελήφθη από τους παρόντες, έδειξε τέτοια όψη, με την ιδέα ότι είχε διαφύγει, και όταν εξαιτίας των βασανιστηρίων σπάραζε, τέτοιο σχήμα πήρε το πρόσωπό του, ώστε, επειδή η χαρά ήταν μεγαλύτερη από τους πόνους, φαινόταν σα να γελούσε. Με αυτό τον Ασδρούβα, επειδή είχε θαυμάσια δεξιότητα στο να προσελκύει τα έθνη και στο να συνενώνει αυτά με το κράτος του, ο Ρωμαϊκός λαός είχε ανανεώσει την συνθήκη, ώστε όριο και των δύο κρατών να είναι ο ποταμός Ίβηρας και οι Σαγούντινοι, και στη μέση, μεταξύ των δύο λαών, να διατηρείται η ελευθερία.



[3] In Hasdrubalis locum haud dubia res fuit quin[am successurus esset; praerogatiuam militarem qua extemplo iuuenis Hannibal in praetorium delatus imperatorque ingenti omnium clamore atque adsensu appellatus erat, a senatu comprobaretur. Fauor etiam plebis sequebatur. Hunc uixdum puberem Hasdrubal litteris ad se accersierat, actaque res etiam in senatu fuerat. Barcinis nitentibus ut adsuesceret militiae Hannibal atque in paternas succederet opes Hanno, alterius factionis princeps, "et aequum postulare uidetur" inquit, "Hasdrubal, et ego tamen non censeo quod petit tribuendum." Cum admiratione tam ancipitis sententiae in se omnes conuertisset, "florem aetatis" inquit, "Hasdrubal, quem ipse patri Hannibalis fruendum praebuit, iusto iure eum a filio repeti censet; nos tamen minime decet iuuentutem nostram pro militari rudimento adsuefacere libidini praetorum. An hoc timemus ne Hamilcaris filius nimis sero imperia immodica et regni paterni speciem uideat et, cuius regis genero hereditarii sint relicti exercitus nostri, eius filio parum mature seruiamus? Ego istum iuuenem domi tenendum sub legibus, sub magistratibus, docendum uiuere aequo iure cum ceteris censeo, ne quandoque paruus hic ignis incendium ingens exsuscitet."


[3] Ως προς τη θέση του Ασδρούβα, την προηγηθείσα (μέρα) από την εκλογή του στρατού, ήταν αμφίβολο ποιος θα ήταν διάδοχος, διότι αμέσως αφού εμφανίστηκε ο νέος Αννίβας στην στρατηγική σκηνή και  με μεγάλη κραυγή και επευφημία όλων, ως στρατηγός επιδοκιμάστηκε, και ακολούθησε η εύνοια του λαού. Μόλις αυτός έγινε έφηβος, ο Ασδρούβας είχε στείλει επιστολές σε αυτόν και το πράγμα ήρθε στην σύγκλητο. Ενώ οι οπαδοί του Βάρκα προσπαθούσαν, ώστε ο Αννίβας να εθισθεί στον στρατιωτικό βίο και να διαδεχθεί την πατρική δύναμη, ο Άννωνας, ο αρχηγός της αντίθετης μερίδας είπε: ''Και ο Ασδρούβας φαίνεται δίκαιο, ότι ζητεί'' , ''και εγώ, όμως, δεν νομίζω ότι πρέπει να απονεμηθεί σε αυτόν ό,τι ζητεί''. Όταν έστρεψε  τους πάντες προς τον ίδιο εξαιτίας της θαυμαστής και αμφίβολης αυτής γνώμης, είπε: ''Ο Ασδρούβας πιστεύει ότι το άνθος της νεότητας, το οποίο στον πατέρα του Αννίβα έδωσε να μεταχειρισθεί, με πλήρες δίκιο αυτός από τον πατέρα απαιτεί, σε εμάς, όμως, καθόλου δεν αρμόζει, την δική μας νεολαία αντί (να εθίζουμε) στην στρατιωτική άσκηση, να (την) εθίζουμε στο να επιθυμούν να γίνουν στρατηγοί. Ή φοβόμαστε μη τυχόν ο γιος του Αμίλκα πολύ γρήγορα γνωρίσει υπέρμετρη αρχηγία ή αρκετά νωρίς γίνουμε δουλικά υπήκοοι στο γιο του ηγεμόνα, στο γαμπρό του οποίου με κληρονομιά κατελήφθησαν οι δικοί μας στρατοί; Εγώ νομίζω, ότι ο νέος αυτός πρέπει να μείνει στο σπίτι, ώστε να διδαχθεί να ζει κάτω από τους νόμους, κάτω από την επίβλεψη των αρχόντων, με ισότητα με τους άλλους, ώστε ποτέ η μικρή αυτή φλόγα να μην εγείρει την μέγιστη πυρκαγιά.

[4] Pauci ac ferme optimus quisque Hannoni adsentiebantur; sed, ut plerumque fit, maior pars meliorem uicit. Missus Hannibal in Hispaniam primo statim aduentu omnem exercitum in se conuertit; Hamilcarem iuuenem redditum sibi ueteres milites credere; eundem uigorem in uoltu uimque in oculis, habitum oris lineamentaque intueri. Dein breui effecit ut pater in se minimum momentum ad fauorem conciliandum esset. Nunquam ingenium idem ad res diuersissimas, parendum atque imparandum, habilius fuit. Itaque haud facile discerneres utrum imperatori an exercitui carior esset; neque Hasdrubal alium quemquam praeficere malle ubi quid fortiter ac strenue agendum esset, neque milites alio duce plus confidere aut audere. Plurimum audaciae ad pericula capessenda, plurimum consilii inter ipsa pericula erat. Nullo labore aut corpus fatigari aut animus uinci poterat. Caloris ac frigoris patientia par; cibi potionisque desiderio naturali, non uoluptate modus finitus; uigiliarum somnique nec die nec nocte discriminata tempora; id quod gerendis rebus superesset quieti datum; ea neque molli strato neque silentio accersita; multi saepe militari sagulo opertum humi iacentem inter custodias stationesque militum conspexerunt. Vestitus nihil inter aequales excellens: arma atque equi conspiciebantur. Equitum peditumque idem longe primus erat; princeps in proelium ibat, ultimus conserto proelio excedebat. Has tantas uiri uirtutes ingentia uitia aequabant, inhumana crudelitas, perfidia plus quam Punica, nihil ueri, nihil sancti, nullus deum metus, nullum ius iurandum, nulla religio. Cum hac indole uirtutum atque uitiorum triennio sub Hasdrubale imperatore meruit, nulla re quae agenda uidendaque magno futuro duci esset praetermissa.

[4] Λίγοι και σχεδόν όλοι οι άριστοι συμφωνούσαν με τον Άννωνα. Αλλά, όπως συμβαίνει συχνά, η πλειοψηφία επικράτησε της μειοψηφίας. Ο Αννίβας αφού στάλθηκε στην Ισπανία, αμέσως μετά την άφιξη του έστρεψε όλο το στρατό του προς αυτόν. Οι βετεράνοι στρατιώτες πίστευαν οτι ο νέος Αμίλκας επέστρεψε σε αυτούς. Έβλεπαν την ακμή στο πρόσωπό του, τη δύναμη στα μάτια του, την έκφραση του προσώπου, τα χαρακτηριστικά. Έτσι σε σύντομο χρονικό διάστημα κατάφερε, ώστε ο πατέρας του λίγη ροπή είχε στο να προσελκύσει την εύνοια. Ποτέ δεν φάνηκε πιο κατάλληλη η ίδια η πνευματική του ευφυΐα στα διαφορετικά πράγματα, στο να υπακούει και στο να διατάζει. Και επίσης ήταν δύσκολο να διακρίνει κανείς αν ήταν πιο αγαπητός στο στρατηγό ή στο στρατό. Oύτε ο Ασδρούβας ήθελε να θέσει αρχηγό κάποιον άλλο ,όταν έπρεπε να πραχθεί κάτι ισχυρώς ή αυστηρώς, ούτε οι στρατιώτες είχαν σε άλλο στρατηγό περισσότερη εμπιστοσύνη ή ροπή στο να τολμούν. Είχε πολύ τόλμη στο να αναλαμβάνει κινδύνους, πάρα πολύ σύνεση στο μέσο των κινδύνων. Με κανένα μόχθο δεν μπορούσε να καταπονεμηθεί το σώμα του ή να ηττηθεί η ψυχή του. Ίδια ήταν η υπομονή του στη ζέστη και στο κρύο. Η επιθυμία για φαγητό και ποτό οριζόταν απο τη φύση κα όχι απο την ηδονή. Ο χρόνος του ύπνου και της αφύπνισης δεν καθοριζόταν ούτε από τη μέρα ούτε από τη νύχτα. Ο χρόνος που υπολειπόταν σε αυτόν από την εργασία αφιερωνόταν στην ανάπαυση, και δεν γινόταν ούτε με μαλακό στρώμα ούτε με σιωπή. Συχνά πολλοί είδαν αυτόν καλυμμένο με στρατιωτική χλαμύδα να βρίσκεται στη γη μεταξύ των φυλακών και των φρουρών των στρατιωτών. Η ενδυμασία του δεν διέφερε από αυτή των ομοίων του : τα όπλα και τα άλογα διέφεραν. Ήταν πολύ πρώτος ο ίδιος σε σχέση με τους ιππείς και τους πεζούς. Πρώτος πορευόταν στη μάχη και τελευταίος έφευγε από τη μάχη. Αυτές οι τέτοιου είδους αρετές του άνδρα εξισώνονταν με πολύ μεγάλα ελαττώματα : απάνθρωπη σκληρότητα, και περισσότερο η Καρχηδονιακή απιστία, τίποτα αληθινό, τίποτα ιερό, κανένας φόβος προς τους θεούς, κανένας όρκος, καμία θρησκεία. Με τόσες έμφυτες αρετές και κακίες για τρία χρόνια υπηρέτησε κάτω από την αρχηγία του Ασδρούβα, χωρίς να παραλείπει τι έπρεπε να κάνει ή να δει για να γίνει στο μέλλον μεγάλος στρατηγός.


Επιμέλεια κειμένου : Ειρήνη Πανουτσακοπούλου ( χωρία 2 , 3)
                                       Λάμπρος Τάτσης (χωρία 1, 4)



 Facebook Page