Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Aρχαία Ελλάδα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Aρχαία Ελλάδα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου 2017

Λεξικόν Ομηρικόν


Ηλεκτρονικές διευθύνσεις για δωρεάν κατέβασμα του Ομηρικού Λεξικού υπό τους: Πανταζίδης Ιωάννης (συγγραφή) και Κωνσταντινίδης Ανέστης (έκδοση)


Link 1

Link 2



Facebook Page

Άπαντα Ησιόδου



Τα Άπαντα του Ησιόδου σε μετάφραση του Πάικου Νικολαϊδη - Ασιλάνη, σε ηλεκτρονική μορφή:


http://lyk-lechain.ilei.sch.gr/lyklec/stuff/ancient/hsio001.pdf


Facebook Page



Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2016

Η νοηματική γλώσσα στην αρχαιότητα

  
   Στην σημερινή εποχή η νοηματική αποτελεί μια πλήρη μορφή γλώσσας, οπτικοκινητική και αποτελεί νομικώς την επίσημη γλώσσα της κοινότητας των Κωφών. Θα μπορούσε, όμως, να υπάρχει κάποια μορφή νοηματικής γλώσσας στην αρχαιότητα;
   Σκεπτόμενοι πως ελάχιστοι, τον 6ο περίπου αιώνα, θα είχαν πλήρη ή έστω μερική γνώση γραφής , καταλαβαίνουμε πως η συνδιαλογή με τους άλλους θα περιοριζόταν σε οπτικοκινητικά μέσα. 
   Γενικότερα, δεν έχουμε ακριβείς αποδείξεις για την ύπαρξη ή ανυπαρξία της νοηματικής γλώσσας στην αρχαιότητα. Τα παρακάτω παραδείγματα αποτελούν μικρές αναφορές σε άτομα με ακουστική-ομιλητική αδυναμία ή διαφορετική γλώσσα, τα οποία χρησιμοποιούσαν τις κινήσεις ως βασικό μέσο επικοινωνίας και αποτελούν μια έμμεση αναφορά στη νοηματική γλώσσα.

  Ο Ξενοφών στο έργο «Κύρου Ανάβασις» μας περιγράφει στρατιώτες που επικοινωνούσαν με κινήσεις λόγω του γλωσσικού εμποδίο: [4.5.33] ἐπεὶ δ᾽ ἦλθον πρὸς Χειρίσοφον, κατελάμβανον κἀκείνους σκηνοῦντας ἐστεφανωμένους τοῦ ξηροῦ χιλοῦ στεφάνοις, καὶ διακονοῦντας Ἀρμενίους παῖδας σὺν ταῖς βαρβαρικαῖς στολαῖς· τοῖς παισὶν ἐδείκνυσαν ὥσπερ ἐνεοῖς ὅ τι δέοι ποιεῖν.

  Στο έργο του «Κρατύλος» ο Πλάτωνας παρουσιάζει το Σωκράτη να προτείνει στους συνομιλητές του τη χρήση σημάτων με τα χέρια, σαν να μην είχαν φωνή (εἰ φωνὴν μὴ εἴχομεν μηδὲ γλῶτταν).

  Η Κλυταιμνήστρα στον «Αγαμέμνονα», απευθυνόμενη στην Κασσάνδρα την διατάζει να κάνει νοήματα με τα «βαρβαρικά» χέρια της, ακόμη και αν δε μπορεί να μιλήσει, ενώ και στον «Ορέστη» του Ειριπίδη, ένας σκλάβος από τη Φρυγία αναγγέλει με παντομίμα το μήνυμα του για την Ελένη.



Σύνταξη/επιμέλεια κειμένου: Πανουτσακοπούλου Ειρήνη





Παρασκευή 15 Ιουλίου 2016

Ξενοφών «Απολογία Σωκράτους» αποσπάσματα 4-6


                        Diotti, Ο θάνατος του Σωκράτη, Μουσείο Κρεμώνας (Ιταλία).


Η «Απολογία Σωκράτους» του Ξενοφώντα γράφηκε πιθανώς μεταξύ του 360 π.Χ.και 350 π.Χ, δηλαδή πολύ αργότερα από το ομώνυμο έργο του Πλάτωνα (397π.Χ.). Στον Ξενοφώντα παραδίδονται τα υπερασπιστικά επιχειρήματα του Σωκράτη.


[4] ἐπεὶ δὲ αὐτὸν πάλιν λέγειν· Οὐχ ὁρᾷς τὰ Ἀθηναίων δικαστήρια ὡς πολλάκις μὲν οὐδὲν ἀδικοῦντας λόγῳ παραχθέντες ἀπέκτειναν, πολλάκις δὲ ἀδικοῦντας ἢ ἐκ τοῦ λόγου οἰκτίσαντες ἢ ἐπιχαρίτως εἰπόντας ἀπέλυσαν; Ἀλλὰ ναὶ μὰ Δία, φάναι αὐτόν, καὶ δὶς ἤδη ἐπιχειρήσαντός μου σκοπεῖν περὶ τῆς ἀπολογίας ἐναντιοῦταί μοι τὸ δαιμόνιον.


Όταν πάλι αυτός είπε: «Δεν βλέπεις ότι τα δικαστήρια των Αθηναίων πολλές φορές μεταπείστηκαν από λόγους και καταδίκασαν σε θάνατο ανθρώπους που δεν έκαναν καμιά αδικία ή πολλές φορές πάλι αθώωσαν ενόχους, είτε γιατί αισθάνθηκαν οίκτο γι' αυτούς από τα λόγια τους, είτε γιατί μίλησαν με τρόπο χαριτωμένο;» «Πραγματικά μα το Δία», είπε εκείνος, «αλλά δυο φορές κιόλας που επιχείρησα να προσέξω την απολογία μου, μου εναντιώθηκε το δαιμόνιο».

  • Η δικαστική εξουσία και πρακτική γίνεται αντικείμενο κριτικής από πολλούς αρχαίους συγγραφείς. Οι Αθηναίοι κατακρίνονται για τη φιλοδικία τους και την συνεχή προσφυγή στη δικαιοσύνη, αλλά και για την παράλογη απόδοση της δικαιοσύνης. Η θανατική ποινή που επέβαλαν στον Σωκράτη ήταν αρκετή για να κλονίσει την εμπιστοσύνη προς τους δικαστές.

  • Το γνωστό «dαιμόνιο του Σωκράτη» αποτελούσε μια υπερβατική διάσταση του πνεύματος του μεγάλου φιλοσόφου. Ο ίδιος ο Σωκράτης κάνει συχνές αναφορές σε αυτό και το θεωρεί σύμβουλο (« ἡνίκα ἔμελλον, ὠγαθέ, τὸν ποταμὸν διαβαίνειν, τὸ δαιμόνιον καὶ τὸ εἰωθὸς σημεῖόν μοι γίνεσθαι ἐγένετο· ἀεὶ δέ με ἐπίσχει ἃ ἂν μέλλω πράττειν· καί τινα καὶ φωνὴν ἔδοξα αὐτόθεν ἀκοῦσαι, ἥ με οὐκ ἐᾷ ἀπιέναι ὡς δή τι ἡμαρτηκότα εἰς τὸ θεῖον», Φαίδρος).

[5] ὡς δὲ αὐτὸν εἰπεῖν· Θαυμαστὰ λέγεις, τὸν δ’ αὖ ἀποκρίνασθαι· Ἦ θαυμαστὸν νομίζεις εἰ καὶ τῷ θεῷ δοκεῖ ἐμὲ βέλτιον εἶναι ἤδη τελευτᾶν; οὐκ οἶσθα ὅτι μέχρι μὲν τοῦδε οὐδενὶ ἀνθρώπων ὑφείμην <ἂν> βέλτιον ἐμοῦ βεβιωκέναι; ὅπερ γὰρ ἥδιστόν ἐστιν, ᾔδειν ὁσίως μοι καὶ δικαίως ἅπαντα
τὸν βίον βεβιωμένον· ὥστε ἰσχυρῶς ἀγάμενος ἐμαυτὸν ταὐτὰ ηὕρισκον καὶ τοὺς ἐμοὶ συγγιγνομένους γιγνώσκοντας περὶ ἐμοῦ. 


«Ασυνήθιστα πράγματα λες», εκείνος πάλι απάντησε:
«Αλήθεια θεωρείς παράξενο αν και στο θεό ακόμα φαίνεται σωστό πως είναι καλύτερο για μένα να πεθάνω τώρα; Δεν ξέρεις ότι ως τώρα για κανέναν άνθρωπο δεν θα υποχωρούσα, ώστε να δεχτώ ότι έχει ζήσει καλύτερα από μένα; Και πράγμα που είναι για μένα το πιο ευχάριστο είναι ότι ήξερα πως έχω περάσει όλη μου τη ζωή με οσιότητα και δικαιοσύνη. Έτσι, ενώ χαιρόμουν υπερβολικά τον εαυτό μου, ταυτόχρονα εύρισκα πως κι αυτοί που με συναναστρέφονταν είχαν την ίδια γνώμη για μένα.

  • Ο Σωκράτης, παρόλες τις κατηγορίες, θεωρούσε το βιο του ευσεβή και δίκαιο και για αυτό το λόγο ακόμη και στο τέλος της ζωής του αρνήθηκε να προδώσει την πόλη, που τον καταδίκασε σε θάνατο, και να δραπετεύσει.

[6] νῦν δὲ εἰ ἔτι προβήσεται ἡ ἡλικία, οἶδ’ ὅτι ἀνάγκη ἔσται τὰ τοῦ γήρως ἐπιτελεῖσθαι καὶ ὁρᾶν τε 
χεῖρον καὶ ἀκούειν ἧττον καὶ δυσμαθέστερον εἶναι καὶ ὧν ἔμαθον ἐπιλησμονέστερον. ἂν δὲ αἰσθάνωμαι χείρων γιγνόμενος καὶ καταμέμφωμαι ἐμαυτόν, πῶς ἄν, εἰπεῖν, ἐγὼ ἔτι ἂν ἡδέως βιοτεύοιμι; 


Τώρα όμως αν προχωρήσω περισσότερο στην ηλικία, ξέρω ότι κατ' ανάγκη θα έρθουν τα δεινά των γηρατιών και ότι θα βλέπω χειρότερα και θ' ακούω λιγότερο και θα μαθαίνω με μεγαλύτερη δυσκολία και θα ξεχνώ πιο εύκολα όσα έμαθα. Κι αν νιώθω ότι γίνομαι χειρότερος κι έχω παράπονο από τον εαυτό μου, «πώς είπε θα μπορούσα εγώ να ζω ευχάριστη ζωή;»



  • Και ο Πλάτωνας στη δική του «Απολογία» αναφέρει πως ο Σωκράτης οδηγήθηκε για μία και μόνο φορά στο δικαστήριο, όταν ήταν εβδομήντα χρονών.



Επιμέλεια κειμένου: Πανουτσακοπούλου Ειρήνη


Τετάρτη 13 Ιουλίου 2016

Αριστοφάνης



   Ο μεγάλος αρχαίος Έλληνας κωμικός, Αριστοφάνης, γεννήθηκε το 446 π.Χ. στην Αθήνα και απεβίωσε το 386 π.Χ. Πατέρας του ήταν ο Φίλιππος, γνήσιος Αθηναίος από το δήμο των Κυδαθηναίων.

   Ο Αριστοφάνης μεγάλωσε στην Αθήνα, όπου και ασχολήθηκε με την σατιρική ποίηση. Συνήθης στόχος του ήταν ο δημαγωγός Κλέων, ο οποίος το 427 κατήγγειλε έγγραφα πως ο Αριστοφάνης είναι ξένος και όχι γνήσιος Αθηναίος. Την κατηγορία αυτή την βάσισε στην εκδοχή που θέλει τον Αριστοφάνη να έχει γεννηθεί στην Αίγινα και να μετήλθε αργότερα στην Αθήνα.

    Για τον Αριστοφάνη το ιδανικό πολίτευμα δεν ήταν η δημοκρατία, την οποία συχνά ειρωνευόταν και προσπαθούσε να υποσκάπτει. Πέρα από τον Κλέωνα, το «πολιτικό τέρας» όπως συνήθιζε να τον αποκαλεί, διακωμωδούσε και τους σοφιστές. Από το στόχαστρό του δεν ξέφυγαν ο Σωκράτης και ο Ευριπίδης, των οποίων τις ιδέες τις αντιμετώπιζε ως σοφιστικές. Παρόλα αυτά, ο Κρατίνος παρατήρησε πως, εν τέλει, το ύφος του Αριστοφάνη επηρεάστηκε από τον Ευριπίδη και ονόμασε αυτή την επιρροή «ευριπιδαριστοφανίζειν».
   Η επίδραση αυτή συνίσταται στο γεγονός ότι οι χαρακτήρες του κωμικού ποιητή πολλές φορές μιλάνε τόσο σοβαρά, που πλησιάζουν την τραγωδία, συνυφαίνοντας τον σοβαρό με τον κωμικό λόγο.
   Οι κωμωδίες του, άλλωστε, είχαν έντονο πολιτικό χαρακτήρα, ενώ κυρίαρχο ήταν το στοιχείο της βωμολοχίας και της καυστικότητας.
   Αν και ο Αριστοφάνης προκαλούσε με την σάτιρά του, φαίνεται πως οι Αθηναίοι έτρεφαν ιδιαίτερη συμπάθεια προς αυτόν. Σε θεατρικούς διαγωνισμούς έλαβε 10 φορές την πρώτη θέση, ενώ έγραψε πάνω από 46 κωμωδίες (αναφέρονται 40 τίτλοι).

   Από αυτές, σώζονται 11 ακέραιες κωμωδίες, και 924 αποσπάσματα.

Αχαρνής (425 π.Χ.)
Ιππείς (424 π.Χ.)
Νεφέλες (423 π.Χ.)
Σφήκες (422 π.Χ.)
Ειρήνη (421 π.Χ.)
Όρνιθες (414 π.Χ.)
Λυσιστράτη (411 π.Χ.)
Θεσμοφοριάζουσες (411 π.Χ.)
Βάτραχοι (405 π.Χ.)
Εκκλησιάζουσες  (392 π.Χ.)
Πλούτος (388 π.Χ.)



Αποσπάσματα κωμωδιών:

Δαιταλείς (427 π.Χ.)
Βαβυλώνιοι (426 π.Χ.)
Γεωργοί (424 π.Χ.)
Ολκάδες (423 π.Χ.)
Προάγων (422 π.Χ.)
Αμφιάραος (414 π.Χ.)
Πλούτος α' (408 π.Χ.)
Γηρυτάδης (407 π.Χ.)
Κώκαλος (387 π.Χ.)
Αιολοσίκων β' (386 π.Χ.)


Μη σωζόμενες κωμωδίες:

Αιολοσίκων α'
Ανάγυρος
Ταγηνισταί
Δαίδαλος
Δαναίδες
Κένταυρος
Ήρωες
Λήμνιαι
Γήρας
Ειρήνη β' 
Φοίνισσαι
Πολύιδος
Ώραι
Πελαργοί
Ίελμησσείς 
Τριφάλης
Σκηνάς Καταλαμβάνουσαι 


    Στο έργο «Εκκλησιάζουσες» (στίχοι 1169-1175) συναντάται η μεγαλύτερη λέξη της ελληνικής (λοπαδοτεμαχοσελαχογαλεοκρανιολειψανοδριμυποτριμματοσιλφιολιπαρομελιτοκατακεχυμενοκιχλεπικοσσυφοφαττοπεριστεραλεκτρυονοπτοπιφαλλιδοκιγκλοπελειολαγῳοσιραιοβαφητραγανοπτερύγων), με την οποία περιγράφεται μια μαγειρική συνταγή.
   Το Liddell & Scott μεταφράζει τη λέξη σε «πιάτο αποτελούμενο από κάθε είδος εκλεκτών προϊόντων, ψαριών, κρεάτων, πουλερικών και σαλτσών».


Ο Αριστοφάνης είναι αναμφισβήτητα ένας από τους τρεις σημαντικότερους εκπροσώπους της αρχαίας κωμωδίας, δίπλα στον Εύπολι και τον Κρατίνο.



Σύνταξη/επιμέλεια κειμένου: Πανουτσακοπούλου Ειρήνη






Τετάρτη 29 Ιουνίου 2016

Η Φιλοσοφία κατά τους αιώνες 1ος π.Χ. - 4ος μ.Χ.


Στωϊκισμός                                                                                              
Ζήνων ο Κιτιεύς (334 π.Χ. - 262 π.Χ.) - ιδρυτής
Κλεάνθης (331 π.Χ. - 232 π.Χ)
Χρύσιππος (280 π.Χ. - 207 π.Χ.)
Διογένης ο Βαβυλώνιος (240 π.Χ. - 152 π.Χ.)
Παναίτιος (185 π.Χ. - 109 π.Χ.)
Ποσειδώνιος (135 π.Χ. - 51 π.Χ.)
Κικέρων (106 π.Χ. - 43 π.Χ.)

Σενέκας (4 μ.Χ. - 65 μ.Χ.)
Μουσώνιος Ρούφος (30 μ.Χ. - 100 μ.Χ.)
Επίκτητος (50 μ.Χ. - 138 μ.Χ.)
Μάρκος Αυρήλιος (121 μ.Χ. - 180 μ.Χ.)


Ακαδημία Πλάτωνος

Αρκεσίλαος (316 π.Χ. - 242 π.Χ.)
Κορνεάδης (214 π.Χ. - 129 π.Χ.)
Φίλων ο Λαρισαίος (160 π.Χ. - 80 π.Χ.)
Αντίοχος ο Ασκαλωνίτης (130 π.Χ. - 68 π.Χ.)
Φίλων Αλεξανδρεύς (25 π.Χ. - 50 μ.Χ.)

Δίων ο Προυσαίος (45 μ.Χ. - 115 μ.Χ.)
Πλούταρχος από τη Χαιρώνεια (45 μ.Χ. - 120 μ.Χ)
Μάξιμος Τύριος (2ος αιώνας)
Λούκιος Απουλήιος (123 μ.Χ. - 170 μ.Χ)
Αττικός (2ος αι μ.Χ..)
Θέων Σμυρναίος (2ος αι, μ.Χ.)
Κέλσος (2ο μισό 2ου αι, μ.Χ. )
Αμμώνιος Σακκάς (175 μ.Χ. - 242 μ.Χ.)


Επικουρισμός

Επίκουρος (342 π.Χ. - 271 π.Χ.) - ιδρυτής
Μητρόδωρος (4ος αι. - 3ος αι.)
Έρμαρχος (3ος αι.)
Ζήνων Σιδώνιος (150 π.Χ. -75 π.Χ.)
Φιλόδημος (110 π.Χ. - 40 π.Χ.)
Λουκρήτιος (94 π.Χ. - 55 π.Χ.)

Διογένης Οινοανδεύς (2ος αι. μ.Χ.)
Διογενιανός (2ος αι. μ.Χ)


Σκεπτικισμός 

Πύρρων Ηλείος (365 π.Χ. -275 π.Χ.) - ιδρυτής
Τίμων Φλειάσιος (320 π.Χ. - 230 π.Χ.)
Καρνεάδης (214 π.Χ. - 129 π.Χ.)
Αινεσίδημος (1ος αι. π.Χ.)

Σέξτος Εμπειρικός (2ος αι. μ.Χ)


Αριστοτελισμός

Στράτων (3ος αι. π.Χ.)
Ανδρόνικος ο Ρόδιος (1ος αι. π.Χ.)
Σωσιγένης Αλεξανδρεύς (1ος αι. π.Χ.)

Άδραστος Αφροδισιεύς (αρχές 2ου αι. μ.Χ.)
Άριστοκλής Μεσσήνιος (2ος αι. μ.Χ.)
Ασπάσιος (2ος αι. μ.Χ.)
Αριστοτέλης Μυτιληναίος (2ος αι. μ.Χ.)
Στράτων Λαμψακηνός (3ος αι. μ.Χ.)
Αμμώνιος (3ος αι. μ.Χ.)
Αλέξανδρος Αφροδισιεύς (3ος αι. μ.Χ.)


Νεοπυθαγόριοι 

Απολλώνιος ο Τυανεύς (1ος αι. μ.Χ.)
Νικόμαχος από τα Γέρασα (2ος αι. μ.Χ.)
Νουμήνιος από την Απάμεια (2ος αι. μ.Χ.)


Κυνικοί 

Δημώναξ ο Κύπριος (2ος αι. μ.Χ.)
Οινόμαος από τα Γάδαρα (2ος αι. μ.Χ.)
Περεγρίνος Πρωτεύς (2ος αι. μ.Χ.)


Χριστιανοί 

Αθηναγόρας (2ο μισό 2ου αι.)
Ιουστίνος (; - 165 μ.Χ.)
Κλήμης Αλεξανδρεύς (150 - 215)
Ιππόλυτος Ρώμης (170 - 235)
Ωριγένης (185 - 254)
Τερτυλλιανός (3ος αι.)
Ειρηναίος Λυώνος (3ος αι.)




Facebook Page





Τρίτη 31 Μαΐου 2016

«Φαίδρος», Πλάτων (αποσπάσματα 274c - 275b)

ΣΩ. Ἤκουσα τοίνυν περὶ Ναύκρατιν τῆς Αἰγύπτου γενέσθαι τῶν ἐκεῖ παλαιῶν τινα θεῶν, οὗ καὶ τὸ ὄρνεον ἱερὸν ὃ δὴ καλοῦσιν Ἶβιν· αὐτῷ δὲ ὄνομα τῷ δαίμονι εἶναι Θεύθ. τοῦτον δὴ πρῶτον ἀριθμόν τε καὶ λογισμὸν εὑρεῖν καὶ [274d] γεωμετρίαν καὶ ἀστρονομίαν, ἔτι δὲ πεττείας τε καὶ κυβείας,
καὶ δὴ καὶ γράμματα. βασιλέως δ’ αὖ τότε ὄντος Αἰγύπτου ὅλης Θαμοῦ περὶ τὴν μεγάλην πόλιν τοῦ ἄνω τόπου ἣν οἱ Ἕλληνες Αἰγυπτίας Θήβας καλοῦσι, καὶ τὸν θεὸν Ἄμμωνα, παρὰ τοῦτον ἐλθὼν ὁ Θεὺθ τὰς τέχνας ἐπέδειξεν, καὶ ἔφη δεῖν διαδοθῆναι τοῖς ἄλλοις Αἰγυπτίοις· ὁ δὲ ἤρετο ἥντινα
ἑκάστη ἔχοι ὠφελίαν, διεξιόντος δέ, ὅτι καλῶς ἢ μὴ [274e] καλῶς δοκοῖ λέγειν, τὸ μὲν ἔψεγεν, τὸ δ’ ἐπῄνει. πολλὰ μὲν δὴ περὶ ἑκάστης τῆς τέχνης ἐπ’ ἀμφότερα Θαμοῦν τῷ Θεὺθ λέγεται ἀποφήνασθαι, ἃ λόγος πολὺς ἂν εἴη διελθεῖν· ἐπειδὴ δὲ ἐπὶ τοῖς γράμμασιν ἦν, «Τοῦτο δέ, ὦ βασιλεῦ, τὸ μάθημα», ἔφη ὁ Θεύθ, «σοφωτέρους Αἰγυπτίους καὶ μνημο- νικωτέρους παρέξει· μνήμης τε γὰρ καὶ σοφίας φάρμακον ηὑρέθη». ὁ δ’ εἶπεν· «Ὦ τεχνικώτατε Θεύθ, ἄλλος μὲν τεκεῖν δυνατὸς τὰ τέχνης, ἄλλος δὲ κρῖναι τίν’ ἔχει μοῖραν βλάβης τε καὶ ὠφελίας τοῖς μέλλουσι χρῆσθαι· καὶ νῦν
[275a] σύ, πατὴρ ὢν γραμμάτων, δι’ εὔνοιαν τοὐναντίον εἶπες ἢ δύναται. τοῦτο γὰρ τῶν μαθόντων λήθην μὲν ἐν ψυχαῖς παρέξει μνήμης ἀμελετησίᾳ, ἅτε διὰ πίστιν γραφῆς ἔξωθεν
ὑπ’ ἀλλοτρίων τύπων, οὐκ ἔνδοθεν αὐτοὺς ὑφ’ αὑτῶν ἀναμι- μνῃσκομένους· οὔκουν μνήμης ἀλλὰ ὑπομνήσεως φάρμακον ηὗρες. σοφίας δὲ τοῖς μαθηταῖς δόξαν, οὐκ ἀλήθειαν πορίζεις· πολυήκοοι γάρ σοι γενόμενοι ἄνευ διδαχῆς πολυγνώ- [275b] μονες εἶναι δόξουσιν, ἀγνώμονες ὡς ἐπὶ τὸ πλῆθος ὄντες, καὶ χαλεποὶ συνεῖναι, δοξόσοφοι γεγονότες ἀντὶ σοφῶν».


Μετάφραση:

ΣΩ. Άκουσα λοιπόν, πως γύρω εκεί στη Ναύκρατιν, στην Αίγυπτο, υπάρχει ένας από τους παλιούς θεούς του τόπου· αυτού είναι και το ιερό πουλί που το λένε Ίβι. Και του ίδιου του θεού το όνομα είναι Θεύθ. Κι αυτός πρώτος βρήκε και τον αριθμό και την αρίθμηση και τη γεωμετρία και την αστρονομία, ακόμα και το παιχνίδι με τους πεσσούς και το παιχνίδι με τους κύβους και ακόμα και τα γράμματα. Και τον καιρό εκείνο ήτανε βασιλιάς σ' όλη την Αίγυπτο ο Θαμούς κι έμενε στη μεγάλη πόλη του επάνω τόπου, που οι Έλληνες την ονομάζουν Αιγυπτιακές Θήβες, και το θεό τον ονομάζουν Άμμωνα·σ' αυτόν ήλθε ο Θεύθ κι έδειξε τις τέχνες του και είπε, ότι πρέπει να διαδοθούν στους άλλους Αιγύπτιους. Κι ο βασιλιάς ρώτησε, ποια ωφέλεια έχει κανείς από την καθεμιά. Κι ενώ εκείνος τα εξηγούσε, ο βασιλιάς ό,τι νόμιζε πως το έλεγε καλά, ό,τι νόμιζε πως το έλεγε άσχημα, το ένα το έψεγε, το άλλο το επαινούσε. Πολλά λοιπόν για την κάθε τέχνη χωριστά καλά και κακά λένε πως ο Θαμούς είπε στο Θεύθ, και θα πολυλογούσαμε, αν τα λέγαμε ένα–ένα. Και όταν ήρθανε στα γράμματα: «Τούτο δα το μάθημα βασιλιά μου», είπεν ο Θεύθ, «θα κάμη τους Αιγύπτιους πιο σοφούς, και το μνημονικό τους πιο καλό, γιατί για τη μνήμη και για τη σοφία βρέθηκε το φάρμακο». Ο βασιλιάς όμως είπε: «Πολύτεχνε Θεύθ, άλλος έχει τη δύναμη να γεννάη τις τέχνες, κι άλλος πάλι να κρίνη πόσο θε να βλάψουν και θε να ωφελήσουν εκείνους που μέλλουν να τις μεταχειρισθούν. Και συ τώρα, σαν πατέρας των γραμμάτων, από εύνοια είπες το αντίθετο απ' εκείνο που αυτά μπορούν. Γιατί τα γράμματα στις ψυχές εκείνων που θα τα μάθουν, θα φέρουν λησμονιά, μια και αυτοί θα παραμελήσουν τη μνήμη τους, γιατί από εμπιστοσύνη στη γραφή θα φέρνουν τα πράγματα στη μνήμη τους απ' έξω με ξένα σημάδια, όχι από μέσα από τον εαυτό τους τον ίδιο. Ώστε δεν ευρήκες το φάρμακο για τη μνήμη την ίδια, αλλά για το να ξαναφέρνης κάτι στη θύμηση. Κι από τη σοφία δίνεις στους μαθητές σου μια δόκηση, κι όχι την αλήθεια∙ γιατί έχοντας πολλά ακούσει χωρίς να τα διδαχθούνε θάχουν τη γνώμη πως ξέρουνε πολλά, ενώ είναι ανίδεοι στα πιο πολλά και φορτικοί στη συντροφιά τους, και θα έχουν γίνει αντίς σοφοί δοκησίσοφοι.




  •      Ο Σωκράτης επιθυμώντας να δείξει την υπεροχή του προφορικού λόγου ένταντι του γραπτού, αφηγείται την ιστορία του αιγύπτιου θεού Θευθ. Ο Θευθ εφηύρε την γραφή, την αριθμητική, τις επιστήμες και τα παιχνίδια. Έπειτα, τις παρουσίασε στο βασιλιά Θαμού και ο τελευταίος, αφότου άκουσε για την χρησιμότητα αυτών των εφευρέσεων, άσκησε την κριτική του. Αντέδρασε όμως στη γραφή, διότι θα κάνει τους ανθρώπους να νομίζουν πως γνωρίζουν πολλά, ενώ στην πραγματικότητα αγνοούν ακόμη και τα πιο σημαντικά.

Οι Αρχαίοι Έλληνες φαίνεται να σέβονται την αιγυπτιακή παράδοση, παρόλα αυτά αντιπαρατάσσουν τους δικούς τους «εφευρέτες». Η Αθηνά εφηύρε τις ειρηνικές τέχνες και τη ναυσιπλοϊα. Η Αγοραία Αθηνά χάρισε την ευγλωττία στους ρήτορες, ενώ ο Απόλλων εφηύρε τον στίχο και την τέχνη της κιθάρας. Ο Ήφαιστος εφηύρε την κατασκευή των όπλων και ο Προμηθέας έδωσε τη φωτιά στους ανθρώπους και τους δίδαξε μεταλλουργικές τέχνες.


Η υπεροχή του προφορικού λόγου κατά τον Πλάτωνα:

    Για τον Πλάτωνα, ο προφορικός, άγραφος λόγος είναι ομοίωμα του λόγου της ψυχής. Αντιθέτως, ο γραπτός λόγος αποτελεί ομοίωμα του προφορικού και κατά συνέπεια είναι κατώτερος του. Και αυτό γιατί ο γραπτός λόγος δε μπορεί να μεταδώσει τα διδάγματα της μιας ψυχής σε μια άλλη, παρά μόνο να τα καταγράψει. Κάνει τους ανθρώπους να πιστεύουν, πως έχουν μεγάλη γνώση, όταν στην πραγματικότητα δεν έχουν μάθει τίποτα, δεν έχουν αναπτύξει από μόνοι τους κάτι μέσα στη ψυχή τους, αλλά αντίθετα έχουν απομνημονεύσει προφάσεις σοφίας.
  Η επιμονή, όμως, του Πλάτωνα έγκειται στο στοιχείο της ουσίας της γνώσης. Η ψυχή, κατά τον ίδιο, προσπαθεί να ''θυμηθεί'' πράγματα από τον κόσμο των ιδεών από όπου προέρχεται και να τα εκφράσει με το διάλογο.


Επιμέλεια-σχολιασμός κειμένου: Πανουτσακοπούλου Ειρήνη




Κυριακή 15 Μαΐου 2016

Ισοκράτης, «Πανηγυρικός» 45-51



Πανηγυρικός του Ισοκράτους, αποσπάσματα 45-51

[45] καὶ γὰρ θεάματα πλεῖστα καὶ κάλλιστα κέκτηται, τὰ μὲν ταῖς δαπάναις ὑπερβάλλοντα, τὰ δὲ κατὰ τὰς τέχνας εὐδοκιμοῦντα, τὰ δ’ ἀμφοτέροις τούτοις διαφέροντα, καὶ τὸ πλῆθος τῶν εἰσαφικ-
νουμένων ὡς ἡμᾶς τοσοῦτόν ἐστιν ὥστ’ εἴ τι ἐν τῷ πλησιάζειν ἀλλήλοις ἀγαθόν ἐστιν, καὶ τοῦθ’ ὑπ’ αὐτῆς περιειλῆφθαι. πρὸς δὲ τούτοις καὶ φιλίας εὑρεῖν πιστοτάτας καὶ συνουσίαις ἐντυχεῖν παντοδαπωτάταις μάλιστα παρ’ ἡμῖν ἔστιν, ἔτι δ’ ἀγῶνας ἰδεῖν, μὴ μόνον τάχους καὶ ῥώμης,
ἀλλὰ καὶ λόγων καὶ γνώμης καὶ τῶν ἄλλων ἔργων ἁπάντων,καὶ τούτων ἆθλα μέγιστα. 


Και πράγματι απόχτησε θεάματα πάρα πολλά και θαυμαστά, άλλα πολυτελή και πολυδάπανα, άλλα ονομαστά για την αξία τους την καλλιτεχνική και άλλα πάλι που συνδυάζουν και τα δυο. Και είναι τόσο το πλήθος των ανθρώπων που καταφθάνουν συνέχεια στην πόλη μας, ώστε, αν κάτι καλό υπάρχει στην επικοινωνία αυτή ανάμεσα στους ανθρώπους, και αυτό το απόλαυσε η πόλη μας. Πέρα από αυτά υπάρχει η δυνατότητα να βρει κανείς εδώ φίλους ειλικρινείς και συντροφιές κάθε λογής, να δει αγώνες δρόμου και σωματικής αλκής, αγώνες λόγου, πνεύματος και όλων των άλλων έργων του ανθρώπου, και για όλα αυτά τα πιο μεγάλα έπαθλα. 


[46] πρὸς γὰρ οἷς αὐτὴ τίθησιν, καὶ τοὺς ἄλλους διδόναι συναναπείθει· τὰ γὰρ ὑφ’ ἡμῶν
κριθέντα τοσαύτην λαμβάνει δόξαν ὥστε παρὰ πᾶσιν ἀνθρώποις ἀγαπᾶσθαι. χωρὶς δὲ τούτων αἱ μὲν ἄλλαι πανηγύρεις διὰ πολλοῦ χρόνου συλλεγεῖσαι ταχέως διελύθησαν, ἡ δ’ ἡμετέρα πόλις ἅπαντα τὸν αἰῶνα τοῖς ἀφικνουμένοις πανήγυρίς ἐστιν.

Γιατί, εκτός από όσα αθλοθετεί η ίδια, τα καταφέρνει να προσφέρουν και οι άλλες πόλεις της Ελλάδας· και αυτό γιατί όσα εμείς κρίνουμε άξια, αμέσως αποχτούν μια τέτοια φήμη, που τα αγαπάει όλος ο κόσμος. Ξέχωρα από αυτά οι άλλες πανελλήνιες συγκεντρώσεις γίνονται σε χρονικά διαστήματα αραιά και διαλύονται γρήγορα, ενώ η πόλη η δικιά μας είναι μια αδιάκοπη γιορτή για όσους φτάνουν σ᾽ αυτόν τον τόπο.


[47] Φιλοσοφίαν τοίνυν, ἣ πάντα ταῦτα συνεξεῦρε καὶ συγκατεσκεύασεν καὶ πρός τε τὰς πράξεις ἡμᾶς ἐπαίδευσεν καὶ πρὸς ἀλλήλους ἐπράϋνε καὶ τῶν συμφορῶν τάς τε δι᾽ ἀμαθίαν καὶ τὰς ἐξ ἀνάγκης γιγνομένας διεῖλεν καὶ τὰς μὲν φυλάξασθαι, τὰς δὲ καλῶς ἐνεγκεῖν ἐδίδαξεν, ἡ πόλις ἡμῶν κατέδειξεν, καὶ λόγους ἐτίμησεν, ὧν πάντες μὲν ἐπιθυμοῦσιν, τοῖς δ᾽ ἐπισταμένοις φθονοῦσιν, 

Η πόλη μας δίδαξε επίσης ότι η καλλιέργεια του πνεύματος τα επινόησε και έδωσε μορφή σε όλα αυτά, μας έδωσε τα εφόδια να μεταφέρουμε τη θεωρία σε πράξη, γλύκανε τις σχέσεις μεταξύ μας, ξεχώρισε τις συμφορές σ᾽ αυτές που φέρνει η αμάθεια και αυτές που φέρνει η ανάγκη και μας έμαθε να φυλαγόμαστε από τις πρώτες και να αντιμετωπίζουμε με καρτερία τις άλλες. Η πόλη μας αναγνώρισε ακόμα την πρέπουσα αξία στην τέχνη του λόγου, που όλοι λαχταρούν να αποχτήσουν, φθονούν ωστόσο αυτούς που την κατέχουν.


[48] συνειδυῖα μὲν ὅτι τοῦτο μόνον ἐξ ἁπάντων τῶν ζῴων ἴδιον ἔφυμεν ἔχοντες καὶ διότι τούτῳ πλεονεκτήσαντες καὶ τοῖς ἄλλοις ἅπασιν αὐτῶν διηνέγκαμεν, ὁρῶσα δὲ περὶ μὲν τὰς ἄλλας πράξεις οὕτω ταραχώδεις οὔσας τὰς τύχας ὥστε πολλάκις ἐν αὐταῖς καὶ τοὺς φρονίμους ἀτυχεῖν καὶ τοὺς ἀνοήτους κατορθοῦν, τῶν δὲ λόγων τῶν καλῶς καὶ τεχνικῶς ἐχόντων οὐ μετὸν τοῖς φαύλοις, ἀλλὰ ψυχῆς εὖ φρονούσης ἔργον ὄντας, 


Και αυτό γιατί έχει βαθιά επίγνωση πως είναι το μόνο φυσικό μας πλεονέκτημα απέναντι στα ζώα και ακριβώς αυτό είναι που μας κάνει να ξεχωρίζουμε από εκείνα σε όλες τις άλλες εκδηλώσεις μας· βλέπει καλά ότι η τύχη στις άλλες βέβαια πλευρές της ανθρώπινης δραστηριότητας είναι έτσι ιδιότροπη και άστατη, ώστε πολλές φορές δεν πετυχαίνουν στη ζωή οι μυαλωμένοι, ενώ τα καταφέρνουν οι ανόητοι, και μονάχα οι λόγοι που είναι καμωμένοι με ομορφιά και τέχνη δεν είναι δυνατό να βγουν από αμαθείς και άξεστους, παρά είναι δημιουργήματα πνευμάτων φωτεινών και προικισμένων.

[49] καὶ τούς τε σοφοὺς καὶ τοὺς ἀμαθεῖς δοκοῦντας εἶναι ταύτῃ πλεῖστον ἀλλήλων διαφέροντας, ἔτι δὲ τοὺς εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς ἐλευθέρως τεθραμμένους ἐκ μὲν ἀνδρίας καὶ πλούτου καὶ τῶν τοιούτων ἀγαθῶν οὐ γιγνωσκομένους, ἐκ δὲ τῶν λεγομένων μάλιστα καταφανεῖς γιγνομένους, καὶ τοῦτο σύμβολον τῆς παιδεύσεως ἡμῶν ἑκάστου πιστότατον ἀποδεδειγμένον, καὶ τοὺς λόγῳ καλῶς χρωμένους οὐ μόνον ἐν ταῖς αὑτῶν δυναμένους, ἀλλὰ καὶ παρὰ τοῖς ἄλλοις ἐντίμους ὄντας.
Ξέρει ακόμα ότι οι καλλιεργημένοι και αυτοί που θεωρούνται άξεστοι σ᾽ αυτό το σημείο διαφέρουν μεταξύ τους βασικά, άλλα και όσοι ανατράφηκαν από την αρχή όπως ταιριάζει σε ελεύθερους δεν ξεχωρίζουν από την παλικαριά και από τα πλούτη τους και από άλλα τέτοια αγαθά· η ικανότητα στο λόγο είναι που τους προβάλλει και αποτελεί κατά κοινή ομολογία το αλάνθαστο κριτήριο για το βαθμό καλλιέργειας που διαθέτει ο καθένας· και όσοι χειρίζονται το λόγο με ικανότητα δεν έχουν δύναμη μόνο στον τόπο τους, αλλά και στα άλλα μέρη τους τιμούν.


[50]τοσοῦτον δ᾽ ἀπολέλοιπεν ἡ πόλις ἡμῶν περὶ τὸ φρονεῖν καὶ λέγειν τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, ὥσθοἱ ταύτης μαθηταὶ τῶν ἄλλων διδάσκαλοι γεγόνασιν, καὶ τὸ τῶν Ἑλλήνων ὄνομα πεποίηκεν μηκέτι τοῦ γένους, ἀλλὰ τῆς διανοίας δοκεῖν εἶναι, καὶ μᾶλλον Ἕλληνας καλεῖσθαι τοὺς τῆς παιδεύσεως τῆς ἡμετέρας ἢ τοὺς τῆς κοινῆς φύσεως μετέχοντας.

Τόσο πολύ ξεπέρασε η πόλη μας όλους τους άλλους στην πνευματική ανάπτυξη και στην τέχνη του λόγου, ώστε οι δικοί της μαθητές έγιναν δάσκαλοι στους άλλους· το όνομα πάλι Έλληνες κατόρθωσε να μη συμβολίζει πια την καταγωγή, αλλά την καλλιέργεια του πνεύματος, και Έλληνες να ονομάζονται πιο πολύ όσοι δέχτηκαν τον τρόπο της δικιάς μας αγωγής και μόρφωσης παρά αυτοί που έχουν την ίδια με εμάς καταγωγή.


[51] Ἵνα δὲ μὴ δοκῶ περὶ τὰ μέρη διατρίβειν ὑπὲρ ὅλων τῶν πραγμάτων ὑποθέμενος, μηδ᾽ ἐκ τούτων ἐγκωμιάζειν τὴν πόλιν ἀπορῶν τὰ πρὸς τὸν πόλεμον αὐτὴν ἐπαινεῖν, ταῦτα μὲν εἰρήσθω μοι πρὸς τοὺς ἐπὶ τοῖς τοιούτοις φιλοτιμουμένους· ἡγοῦμαι δὲ τοῖς προγόνοις ἡμῶν οὐχ ἧττον ἐκ τῶν κινδύνων τιμᾶσθαι προσήκειν ἢ τῶν ἄλλων εὐεργεσιῶν. 


Για να μη δώσω όμως την εντύπωση πως πελαγοδρομώ σε λεπτομέρειες, ενώ στην αρχή υποσχέθηκα πως θα αναπτύξω όλο το θέμα στη γενική μορφή του, και για να μη φανεί πως πλέκω εγκώμιο στην πόλη μας με όλα τα παραπάνω, γιατί αδυνατώ να την επαινέσω για τα πολεμικά της κατορθώματα, ας πούμε πως τα είπα όλα αυτά για όσους ικανοποιείται το φιλότιμό τους όταν ακούν τέτοια θέματα. Εγώ προσωπικά νομίζω ότι στους προγόνους μας δεν ταιριάζει μικρότερη τιμή για τους πολεμικούς κινδύνους που αντιμετώπισαν από όση για τις άλλες ευεργεσίες που πρόσφεραν στους Έλληνες.




   Ο Πανηγυρικός του Ισοκράτη ολοκληρώθηκε το 380 π.Χ. Ο Ισοκράτης με αυτό τον λόγο προβάλλει σε όλο τον ελληνικό κόσμο το πολιτικό του «πιστεύω», όπως αυτό διαμορφώθηκε από τις ανάγκες μια συγκεκριμένης ιστορικής στιγμής: να ενωθούν όλοι οι Έλληνες και να στραφούν ενωμένοι κατά του εχθρού του ελληνισμού, των βαρβάρων της Ασίας. 
    Την ηγεσία της αποστολής είναι φυσικό να αναλάβει η Αθήνα. Ο Ισοκράτης πλέκει έντεχνα το εγκώμιο της πόλης και δίνει έντονη προσοχή στα πολιτιστικά επιτεύγματά της (τακτική, που επιτυχημένα είχε ακολουθήσει και ο Πλάτωνας στον Έπιτάφιο). 
   Αλλά ας εξετάσουμε διεξοδικότερα κάποια επιλεγμένα σημεία των άνωθεν αποσπασμάτων:


  • «θεάματα πλεῖστα καὶ κάλλιστα»: Εννοούνται τα διάφορα έργα τέχνης, αρχιτεκτονικής, γλυπτικής, ζωγραφικής κ.ο.κ, μέσω των οποίων οι Αθηναίοι εξέφρασαν το μεγαλείο της πόλης τους.


  • «καὶ φιλίας εὑρεῖν πιστοτάτας»: Ο τρόπος απόκτησης φίλων από την πλευρά των Αθηναίων μας είναι γνωστός από τον Περικλή («οὐ γὰρ πάσχοντες εὖ, ἀλλὰ δρῶντες κτώμεθα τοὺς φίλους»), 


  • « ἔτι δ’ ἀγῶνας ἰδεῖν, μὴ μόνον τάχους καὶ ῥώμης, ἀλλὰ καὶ λόγων καὶ γνώμης καὶ τῶν ἄλλων ἔργων ἁπάντων» : Στην Αθήνα τελούνταν πολλές γιορτές, κατά τη διάρκεια των οποίων δεν γίνονταν μόνο γυμνικοί και μουσικοί αγώνες, αλλά και απαγγελία ποιημάτων και διδασκαλία τραγωδιών. 

  • «Φιλοσοφίαν τοίνυν»: Ο όρος φιλοσοφία, εδώ, ταυτίζεται περισσότερο με τον όρο παιδεία. Αναφέρεται στην καλλιέργεια της ψυχής και του πνεύματος.


  • «ὅτι τοῦτο μόνον»: Υπονοείται το χάρισμα του λόγου. Ο Ισοκράτης παραθέτει επιχειρήματα, για να εξηγήσει το λόγο που οι Αθηναίοι εκτιμούσαν πολύ την ρητορική ικανότητα.


  • « καὶ τούς τε σοφοὺς καὶ τοὺς ἀμαθεῖς δοκοῦντας εἶναι ταύτῃ πλεῖστον ἀλλήλων διαφέροντας»: Το χάρισμα του λόγου είναι αυτό που διακρίνει τους σοφούς από τους απαίδευτους.

  • «τὸ φρονεῖν καὶ λέγειν»: Η ρητορική ικανότητα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη φρόνηση. Η λόγου τ' ἄνοια οδηγεί σε άστοχες και επιβλαβείς ενέργειες. Ο Ισοκράτης υποστηρίζει, πως δεν αρκεί κάποιος να μπορεί να μιλά στο πλήθος, αλλά να έχει και την αντίστοιχη φρόνηση, να είναι πεπαιδευμένος. 

  • «ὥσθ᾽ οἱ ταύτης μαθηταὶ τῶν ἄλλων διδάσκαλοι γεγόνασιν»: 
Διδάσκαλος ---> η Αθήνα       
Μαθητής ---> οι άλλες πόλεις

(Αυτόματα τονίζεται η πνευματική υπεροχή της Αθήνας, έναντι των άλλων πόλεων)




Ο λόγος του Ισοκράτη θυμίζει αρκετά τον Επιτάφιο του Περικλή. Η προβολή του μεγαλείου της Αθήνας τονίζει έμμεσα τα ευεργετικά χαρακτηριστικά του δημοκρατικού πολιτεύματος. Η καλλιέργεια του λόγου και η εκπαίδευση ήταν δύο χαρακτηριστικά, που απουσίαζαν από τα περισσότερα τυραννικά και ολιγαρχικά καθεστώτα.



Επιμέλεια κειμένου: Πανουτσακοπούλου Ειρήνη
Μετάφραση: Στέλλα Μπαζάκου - Μαραγκουδάκη (1967)

Facebook Page


Τετάρτη 27 Απριλίου 2016

Η «ανοχή» του Σωκράτη

Πλάτωνας, Γοργίας (απόσπασμα)


τούτων δὲ οὕτως ἐχόντων σκεψώμεθα τί ποτ' ἐστὶν ἃ σὺ ἐμοὶ ὀνειδίζεις, ἆρα καλῶς λέγεται ἢ οὔ, ὡς ἄρα ἐγὼ οὐχ οἷός τ' εἰμὶ βοηθῆσαι οὔτε ἐμαυτῷ οὔτε τῶν φίλων οὐδενὶ οὐδὲ τῶν οἰκείων, οὐδ' ἐκσῶσαι ἐκ τῶν μεγίστων κινδύνων, εἰμὶ δὲ ἐπὶ τῷ βουλομένῳ ὥσπερ οἱ ἄτιμοι τοῦ ἐθέλοντος, [508d] ἄντε τύπτειν βούληται, τὸ νεανικὸν δὴ τοῦτο τὸ τοῦ σοῦ λόγου, ἐπὶ κόρρης, ἐάντε χρήματα ἀφαιρεῖσθαι, ἐάντε ἐκβάλλειν ἐκ τῆς πόλεως, ἐάντε, τὸ ἔσχατον, ἀποκτεῖναι: καὶ οὕτω διακεῖσθαι πάντων δὴ αἴσχιστόν ἐστιν, ὡς ὁ σὸς λόγος. ὁ δὲ δὴ ἐμὸς ὅστις * , πολλάκις μὲν ἤδη εἴρηται, οὐδὲν δὲ κωλύει καὶ ἔτι λέγεσθαι: οὔ φημι, ὦ Καλλίκλεις, τὸ τύπτεσθαι ἐπὶ κόρρης ἀδίκως αἴσχιστον εἶναι, οὐδέ γε τὸ τέμνεσθαι [508e] οὔτε τὸ σῶμα τὸ ἐμὸν οὔτε τὸ βαλλάντιον, ἀλλὰ τὸ τύπτειν καὶ ἐμὲ καὶ τὰ ἐμὰ ἀδίκως καὶ τέμνειν καὶ αἴσχιον καὶ κάκιον, καὶ κλέπτειν γε ἅμα καὶ ἀνδραποδίζεσθαι καὶ τοιχωρυχεῖν καὶ συλλήβδην ὁτιοῦν ἀδικεῖν καὶ ἐμὲ καὶ τὰ ἐμὰ τῷ ἀδικοῦντι καὶ κάκιον καὶ αἴσχιον εἶναι ἢ ἐμοὶ τῷ ἀδικουμένῳ.



Επειδή αυτά έτσι έχουν, ας εξετάσουμε τι τέλος πάντων κατηγορίες μου απευθύνεις, δηλαδή λέγεται σωστά ή όχι, ότι τάχα εγώ δεν είμαι ικανός να βοηθήσω ούτε τον εαυτό μου ούτε κανέναν από τους φίλους μου ούτε από τους συγγενείς μου, ούτε να τους σώσω από τους μεγαλύτερους κινδύνους, αλλά είμαι στη διάθεση όποιου θέλει, είτε θέλει να με χτυπάει στον κρόταφο, όπως λέει αυτή η καινούρια σου κουβέντα, είτε να μου αφαιρεί χρήματα, είτε να με διώχνει από την πόλη, είτε, το χειρότερο, να με σκοτώσει' και το να ζει κανείς έτσι είναι βέβαια το χειρότερο πράγμα από όλα, όπως λες εσύ' εγώ όμως λέω αυτό που πολλές φορές ήδη έχω πει και τίποτε δε με εμποδίζει να το πω και τώρα: αρνούμαι, Καλλικλή, ότι το να με χτυπούν στον κρόταφο άδικα είναι το χειρότερο πράγμα για μένα, όπως και το να με τραυματίζουν ή να με ληστεύουν, αλλά το να με χτυπούν εμένα και τους δικούς μου άδικα και να με τραυματίζουν, είναι χειρότερο και απαισιότερο, όπως και το να με κλέβουν βέβαια και να με υποδηλώνουν και να κάνουν διάρρηξη στο σπίτι μου και γενικά να διαπράττουν οποιαδήποτε αδικία εις βάρος μου και των δικών μου (αυτά) είναι χειρότερα και απαισιότερα για αυτόν που τα διαπράττει παρά για μένα που αδικούμαι.



*Αυτό που οι άλλοι θεωρούν ντροπιαστικό, για τον Σωκράτη είναι λιγότερο αισχρό από το άλλο. Δηλαδή, το να αδικείς είναι πολύ χειρότερο από το να αδικείσαι.



Πανουτσακοπούλου Ειρήνη
Facebook Page



Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2015

ΑΡΧΑΙΟΠΑΙΓΝΙΑ


      Πολλά ήταν τα παιχνίδια που μαρτυρείται ότι έπαιζαν οι αρχαίοι Έλληνες. Σκοπός του άρθρου είναι η παρουσίαση μερικών από αυτά .

 1) ΟΣΤΟΜΑΧΙΟΝ ( ὀστοῦν + μάχη )


Παιχνίδι διαδεδομένο στην αρχαία Ελλάδα. Αποτελόυνταν απο 14 γεωμετρικά σχήματα, που στο σύνολο τους σχημάτιζαν ένα τετράγωνο, με τα οποία 2 ή περισσοτέροι παίχτες έπρεπε να φτιάξουν γεωμετρικές φιγούρες. Το παιχνίδι αυτό μοιάζει με το σημερινό τανγκράμ. Σύμφωνα με τους αρχαίους συγγραφείς, οι φιγούρες που σχηματίζονταν ήταν οι εξής: μια περικεφαλαία, μια χήνα, ένας πύργος, μια κολόνα, ένας ελέφαντας, ένα αγριογούρουνο, ένα σκυλί, ένας κυνηγός και ένας πολεμιστής. Το παιχνίδι προέκυψε ίσως από ένα μαθηματικό πρόβλημα του Αρχιμήδη ή το αντίθετο.


2) ΓΙΟ-ΓΙΟ: Απαρτιζόταν απο δύο δίσκους που συνδέονταν μεταξύ τους με κυλινδρικό στέλεχος, γύρω απο το οποία τύλιγόταν το νήμα. Ο τρόπος λειτουργίας του παιχνιδιού αυτού είναι γνωστός, και επιτυχγανέται, όπως και τότε, με το να το αφήνουμε να πέσει και ετσι η κλωστή ξετυλίγεται ,ενώ με μια κίνηση του χεριού ξαναμαζεύεται, πάλι, γύρω από τον άξονα. Παρακάτω δίνονται κάποιες απεικονίσεις του παιχνιδιού :







3) ΧΑΛΚΗ ΜΥΙΑ : Η γνωστή σε μας τυφλόμυγα. Αγαπημένο παιχνίδι των αρχαίων Ελλήνων κατα τη διάρκεια του οποίου έδεναν τα μάτια ενός παιδιού με μαντήλι και το ίδιο έλεγε οτι θα κυνηγήσει τη χαλκή μυία. Τα άλλα παιδιά απαντούσαν ότι παρότι θα την κυνηγήσει δεν θα την πιάσει και τον χτυπούσαν απαλά με ραβδάκια μέχρι να πιάσει κάποιον άλλον και να πάρει τη θέση του.


4) ΚΟΤΤΑΒΟΣ : Κατεξοχήν συμποσιακό παιχνίδι, που σκοπό είχε να ρίξουν οι συμποσιαστές εύστοχα στάλες κρασιού σε μια λεκάνη με νερό, απευθύνοντας μια ευχή προς το αγαπημένο τους πρόσωπο. Πλείστες είναι οι αναπαραστάσεις.



5) ΑΜΠΑΡΙΖΑ : το σημερινό κυνηγητό.

6) ΔΙΕΛΚΥΣΤΙΝΔΑ : χρονολογείται από τον 5ο αιώνα και μετά. Οι παίκτες καρφώναν στο χώμα ένα δοκάρι που στο μέσο του είχει μια τρύπα από όπου περνούσαν ένα σκοινί. Στις δύο άκρες του, δενόταν από ένας παίκτης, έτσι ώστε ο ένας να μην κοιτάζει τον άλλο, και προσπαθούσαν τραβώντας με δύναμη, να φέρουν ο ένας τον άλλον κοντά στη δοκό. Θεωρούνταν ως μέσο για την ενδυνάμωση των παιδιών και τη βελτίωση της φυσικής τους κατάστασης.

Σύνταξη κειμένου: Λάμπρος Τάτσης
https://www.facebook.com/Philo-Logic-520735501411626/