*Επιλογή λέξεων που απαντούν σπανιότερα σε αρχαία ελληνικά κείμενα
- ἄβαξ = σανίδα, πλάκα, πίνακας αριθμητικής, τραπέζι
- ἀβελτερία = ανοησία, νωθρότητα
- ἄβλαυτος = ξυπόλητος, ανυπόδητος
- ἅβρα = ευνοούμενη δούλη
- ἀβριθής = ο μη βαρύς
- ἁβρόβιος = ο διάγων πολυδάπανο βίο
- ἁβρύνω = καλλωπίζω, κάνω κάποιον μαλθακό
- (ἁβρύνομαι+αιτιατική = καμαρώνω για κάτι)
- ἀγαστός = αξιοθαύμαστος
- ἀγαθίς = κουβάρι
- ἄγγαρος = ο έφιππος ταχυδρόμος των Περσών
- ἁγιστεῖαι = ιεροτελεστίες
- ἄγκος(τό) = κοιλάδα
- ἄγλισχρός =ολισθηρός
- ἀγλαός = λαμπρός, περίφημος
- ἀγνῶς, -ῶτος = άγνωστος
- (ενώ: ἄγνω(σ)τος, = αγνώριστος)
- ἀγορασείω = επιθυμώ να αγοράσω
- ἄγρα = θήραμα, κυνήγι
- (ἄγρευμα = θήραμα, λεία)
- ἄγραυλος = αγροτικός
- ἀγυιά (<ἄγω) = οδός
- ἀγύρτης(<ἀγείρω) = απατεώνας, επαίτης
- ἀγχίνοια = ευφυία, οξύνοια, εξυπνάδα
- ἀγχίστροφος = ευμετάβλητος
- ἄδην και ἅδην = αρκετά
- ἀθεράπευτος = παραμελημένος
- ἄθυρμα(<ἀθύρω) = παιχνίδι
- ἀίδιος = αιώνιος
- αἴθω = καίω, ανάβω
- αἶνος = λόγος, μύθος
- ἀκαρής = μικρός
- ἀκατάγνωστος = αθώος
- ἀκή = ησυχία, θεραπεία, αιχμή
- ἄκος(ουδ.) = θεραπεία, γιατρικό
- ἀλαζόνευμα = θράσος, κομπασμός
- ἀλάλημαι = περιπλανιέμαι
- ἀλάστωρ = εκδικητής
- ἄλκιτον (ἀλφός) = ψωμί, αλεύρι
- ἁμουγεπού =κάπου
- ἀμφήριστος = διαφιλονικούμενος
- ἀναδατέομαι =κάνω αναδασμό
- ἄναλκις και ἀναλκής = ανίσχυρος, αδύναμος
- ἀνανεύω = αρνούμαι
- ἀνατί και ἀνατεί = χωρίς τιμωρία
- ἀναφανδόν = φανερά
- ἀνέδην και ἀνειμένως = χαλαρά, άνετα
- ἀνήκεστος(<ἀν+ἀκέομαι) και ἀνηκής = ανεπανόρθωτος, αθεράπευτος
- ἀνθυπόμνυμι = ορκίζομαι περί του αντιθέτου
- ἀνιδιτί = άκοπα
- ἄνολβος = δυστυχισμένος, άθλιος
- ἀνόνητος = ανώφελος
- ἀντάνειμι = ανέρχομαι
- ἀντιβόλησις και ἀντιβολία = παράκληση
- ἄνυλος =χωρίς δάση
- ἀνύσιμος/ἀνυ(σ)τικός = αποτελεσματικός
- ἄνυσις = εκπλήρωση
Επιμέλεια Κειμένου: Πανουτσακοπούλου Ειρήνη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου